Οι πύργοι του Χατζή Αλή Αγά

Δίπλα στην Πηγή Αγίου Στεφάνου, στην τοποθεσία «Περιβόλια», όπως την αποκαλούσαν οι Ενετοί, βρίσκονται δύο μεγάλοι πύργοι, που από μαρτυρία του Γιώργου Ζουμπουλάκη (δισέγγονου του Αναγνώστη Ζουμπουλάκη) που είχε ακούσει από γονείς και παππούδες, είχε περιέλθει η περιοχή στον πρόγονό του καθώς και οι πύργοι, από παραχωρητήρια του Ελληνικού Κράτους μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, λόγω της συμμετοχής του μαζί με τους Μανιάτες, στην πολιορκία του Κάστρου της Μονεμβασίας. Η αξιολόγηση επιλογής της περιοχής για να χτιστούν οι πύργοι αυτοί, ήταν τα άφθονα νερά της διπλανής πηγής και το εύφορο της περιοχής.

Ο πύργος προς τη μεριά του Αγίου Στεφάνου (ο παλαιότερος) ήταν η κατοικία του φοροεισπράκτορα (εισπράκτορα των χαρατσιών) των Τούρκων, τον οποίο σύμφωνα με τον ανωτέρω μάρτυρα, οι Έλληνες τον εκτέλεσαν, μετά την κατάληψη της Μονεμβασίας, στους μύλους στα Νόμια ενώ προσπαθούσε να διαφύγει. Ο άλλος πύργος, προς τη μεριά Νομίων, χτίστηκε από το Χατζή Αλή Αγά και μάλιστα δεν πρόλαβε να τον αποπερατώσει λόγω της Επανάστασης του 1821, αφού ο πάνω όροφός του είχε παραμείνει ασοβάτιστος τον οποίο θυμήθηκαν έτσι και οι παλαιοί Ζουμπουλάκηδες. Κατά την ίδια μαρτυρία ο Χατζή Αλή Αγάς (εξουσιαστής όλης της περιοχής) έμενε στο Κάστρο Μονεμβασίας αλλά επειδή όριζε την περιοχή, οι πύργοι πήραν το όνομά του καθώς και όλη η περιοχή (Χατζάλαγας).

Οι πύργοι είχαν σχεδόν ίδια χαρακτηριστικά. Ήταν και οι δύο δίπατοι με πολεμότρυπες (τυφεκιοθυρίδες), με τη διαφορά ότι αυτός προς την πλευρά Νομίων, ο νεότερος (αυτός που φαίνεται στην πρώτη εικόνα) ήταν λίγο ψηλότερος και πιο όμορφος στην εμφάνιση, γιατί δεν είχε κλίση η οροφή του και του οποίου η  κατασκευή προοριζόταν μόνο σαν οχυρωματικό έργο (σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γιώργου Ζουμπουλάκη) και όχι σαν κατοικία, όπως συνέβαινε με το διπλανό του. Μάλιστα στα νεότερα χρόνια στο ισόγειό του, που μετά την ανατίναξη σωζόταν σε καλή κατάσταση, λειτουργούσε ελαιοτριβείο της οικογένειας Ζουμπουλάκη, πριν μεταφερθεί στην οριστική του θέση (λίγα μέτρα απόσταση από τον πύργο, προς την πλευρά Αγίου Στεφάνου).

Δυστυχώς στα χρόνια μετά την απελευθέρωση, ίσως από λανθασμένη εκτίμηση, δόθηκε εντολή να γκρεμιστεί (κατόπιν και παραπόνων των ντόπιων) για να μη χρησιμεύει έτσι, λόγω των οχυρωματικών χαρακτηριστικών του, σαν ένα είδους αμυντικού όπλου στα χέρια διάφορων επίδοξων καταπατητών του, κυρίως πειρατών. Έτσι σε χρόνο που απουσίαζαν οι ένοικοί του (καταπατητές του) οι ντόπιοι υλοποιώντας την άνωθεν εντολή, τον ανατίναξαν με πυρίτιδα (μπαρούτι) όπως και έναν ακόμη στα Λοτζά (τον ψηλότερο).

Στα νεότερα χρόνια περιήλθαν (όπως και το γύρω κτήμα) στο Δημήτριο Ζουμπουλάκη, κατόπιν στο γιο του Νίκο και εν συνεχεία (το συγκρότημα των κτιρίων και ένα μέρος του κτήματος) στο γιο του, Δημήτρη. Οι πύργοι είχαν χτιστεί με τέτοιο τρόπο που ήταν σχεδόν απόρθητοι. Μάλιστα είχαν και πολεμότρυπες και παρείχαν προστασία τόσο στους ενοίκους τους όσο και στους διαμένοντες γύρω απ’ αυτούς όπως: εργαζόμενους, βοηθητικό προσωπικό κτλ. Να σημειώσω εδώ ότι η περιοχή αυτή ήταν κατοικήσιμη απ’ τα παλιά χρόνια και απόδειξη αυτού είναι ότι έχουν βρεθεί στο μέρος αυτό δύο νεκροταφεία, το ένα κοντά στους πύργους, στις παρυφές του βουνού προς Λοτζά, και το άλλο λίγο πιο ψηλά στο βουνό, στη ευθεία των πύργων, στο σημερινό λεγόμενο Καστράκι.

Πολλοί θεωρούσαν ότι το Καστράκι λόγω των τειχών του, που πριν το 1950 (σύμφωνα με μαρτυρίες) ήταν ψηλότερα, αλλά δυστυχώς κάποιοι Χατζαλαγιώτες τα γκρέμισαν για να φτιάξουν τα σπίτια τους (όπως είχε γίνει και σε άλλα μέρη), ήταν φρούριο και παρατηρητήριο (που ίσως και να ήταν) αλλά σίγουρα χρησίμευε και σαν κοιμητήριο, αφού εκεί έχουν βρεθεί τάφοι σύμφωνα με τις ανωτέρω μαρτυρίες, ακόμη και οστά καθώς και κτερίσματα.

Εάν επισκεφτεί κάποιος τους πύργους, που μπορεί να γίνει εύκολα με αμάξι μέσω Αγίου Στεφάνου ή με τα πόδια μέσω Νομίων, θα διαπιστώσει ότι δίπλα από τους πύργους, εκτός απ’ την ομώνυμη εκκλησία υπάρχουν ακόμη άλλα τρία σπίτια καθώς κι ένα εγκαταλειμμένο ελαιοτριβείο (Ζουμπουλάκη). Το ένα μάλιστα εξ’ αυτών («Του Αποστόλη») αυτό προς την πλευρά του χωριού, που τα τελευταία χρόνια ανήκε στη δασκάλα μου Ουρανία Ρενιέρη και στο σύζυγό της Αντώνη Αργείτη και σήμερα στους κληρονόμους της, ανήκε στον Καπιτσίνη. Επίσης το ένα εκ των δύο άλλων (του Εγγλέζου) ανήκε επίσης στον Καπιτσίνη.

Στη θέση του σημερινού ξενοδοχείου KINSTERNA υπήρχαν και άλλα δύο ακόμη σπίτια που ανήκαν στην ίδια οικογένεια, με τελευταία κληρονόμο τη Λίνα από το γένος Καπιτσίνη που τα μεταβίβασε τα τελευταία χρόνια στους σημερινούς ιδιοκτήτες του ξενοδοχείου KINSTERNA. Στο ένα εξ΄ αυτών έμενε ο σέμπρος «Στούκας» και στο άλλο η ιδιοκτήτριά του και κατά διαστήματα ο Καπιτσίνης. Επίσης στο μέρος αυτό βρισκόταν κι ένας μικρός πύργος (μακρόστενος αλλά πολύ χαμηλότερος έναντι των άλλων) ο λεγόμενος «Πικουλάκι».

Το σπίτι που είναι δίπλα στο δρόμο, μετά το κοιμητήριο προς την πλευρά Νομίων (Σεμπέπου) σύμφωνα με δύο μαρτυρίες ηλικιωμένων Χατζαλαγιωτών, που είχαν ζήσει όλα τους σχεδόν τα χρόνια δίπλα στους Ριτσαίους καθώς και του Γιώργου Ζουμπουλάκη, ανήκε στον Ελευθέριο (Λευτέρη) Ρίτσο, πατέρα του ποιητή Γιάννη Ρίτσου και σήμερα στο Δ. Σεμπέπο, εγγονό του Δημήτρη Σεμπέπου. Επιπλέον οι δύο προαναφερθέντες ηλικιωμένοι Χατζαλαγιώτες ισχυρίζονται ότι στο σπίτι του Σεμπέπου μέχρι το 1922 περίπου, ζούσε ο Λευτέρης Ρίτσος, πατέρας του ποιητή Γιάννη Ρίτσου στο οποίο μάλιστα γεννήθηκε και έζησε για κάποια χρόνια εκεί ο Γιάννης και μερικά αδέρφια του.

Η πλευρά όμως της σημερινής οικογένειας Σεμπέπου που το κατέχει, το αρνείται και ισχυρίζεται ότι το σπίτι αυτό το αγόρασε όντως ο παππούς Σεμπέπος, γύρω στα έτη αυτά, όχι από τον πατέρα του Ποιητή αλλά από το θείο του, Παναγιώτη (Μποτάκη) Ρίτσο. Η αλήθεια όμως είναι ότι ο Μποτάκης είχε κτήματα και σπίτι μόνο στην Καστέλλα, το οποίο γνωρίζω πολύ καλά τόσο από μαρτυρίες πολλών Χατζαλαγιωτών όσο και από το Γιώργο Ζουμπουλάκη, αλλά και από την ίδια τη γυναίκα του Μποτάκη (που ήταν μάλιστα και συγγένισσά μου) Ματούλα Αμπέρτου-Ρίτσου. Εξάλλου πολλοί συγγραφείς, όπως για παράδειγμα ο Κώστας Μέντης, αναφέρουν ότι ο πατέρας του ποιητή, Λευτέρης Ρίτσος, είχε κτήμα στον Άγιο Στέφανο στο οποίο ο μικρός Γιάννης πέρασε μεγάλα διαστήματα της παιδικής του ζωής, που σημαίνει ότι το κτήμα πρέπει να είχε και σπίτι αφού ο άλλος θείος του Ποιητή, Γρηγόρης Ρίτσος, έμενε στα Λοτζά (στους πύργους) και όχι στον Άγιο Στέφανο.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των προαφερθέντων Χατζαλαγιωτών (που για ευνόητους λόγους δεν αναφέρω) ο πρώτος Ρίτσος που εγκαταστάθηκε στην περιοχή ήταν ο Θοδωρής Νικολάου Ρίτσος που η καταγωγή του ήταν Ιταλική. Ο γιος του, Δημήτρης Ρίτσος (Καΐρης) είχε τα εξής παιδιά: Γρηγόρη, Παναγιώτη, Θοδωρή, Νίκο, Σταύρο, Γιώργο, Λευτέρη και Μαρία (Μαριγούλα). Ο Λευτέρης (πατέρας του Ποιητή) είχε επίσης παιδιά: το Δημήτρη, Γιάννη, Νίνα και Λούλα.

Σήμερα οι πύργοι, αν και τραυματισμένοι απ’ τη φθορά του χρόνου και εγκαταλελειμμένοι απ’ τους πάντες, παραμένουν εκεί αγέρωχοι και περήφανοι έστω και με τα απομεινάρια τους, μάρτυρες μιας άλλης Πολιτιστικής περιόδου και εποχής για να θυμίζουν στον κάθε διερχόμενο και επισκέπτη τα δύσκολα χρόνια που πέρασαν οι παλαιότεροι άνθρωποι, που για να προστατευτούν και να καταφέρουν να επιβιώσουν από τις αντίξοες συνθήκες της ζωής, δημιούργησαν αυτά τα οχυρωματικά έργα που συνάμα είναι και στολίδια πρότυπης αρχιτεκτονικής ομορφιάς και σύγχρονου παγκόσμιου θαυμασμού, που αποδεικνύουν από μόνα τους τα καταπληκτικά έργα που είναι ικανός ο άνθρωπος να επιτελέσει όταν επιστρατεύσει ταυτόχρονα φαντασία, επινοητικότητα και δεξιότητα.

Απόσπασμα από το βιβλίο μου Νίκου Αργείτη «Μαθαίνοντας για τον τόπο μου»