Ευρωπαϊκή Εισαγγελία: Ένα κρίσιμο όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Χρήστος Μουζάκης, Δικηγόρος
mouzakischris@gmail.com

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (European Public Prosecutor’s Office) συνιστά ένα ανεξάρτητο όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Συνθήκη της Λισαβόνας του έτους 2007, αποτέλεσε το νομοθετικό σταθμό για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Ειδικότερα όμως η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία συστάθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2017 και έκτοτε εδρεύει στο Λουξεμβούργο. Η ίδρυσή της, με βάση τον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939, φανερώνει το σύγχρονο ενδιαφέρον του ενωσιακού νομοθέτη να σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος προς την κατεύθυνση της ενωσιακής ποινικής ολοκλήρωσης και ποινικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με έμφαση ιδίως στην καταπολέμηση των αξιόποινων πράξεων, οι οποίες θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Από τη έναρξη της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που έγινε την 1η Ιουνίου 2021 και εντεύθεν, έχουν πραγματοποιηθεί πολλά βήματα που δηλώνουν ότι στο πεδίο του ποινικού δικαίου ουσιαστικού και δικονομικού διασφαλίζονται ακόμη περισσότερο η ελευθερία, η ασφάλεια και η δικαιοσύνη για κάθε ευρωπαίο πολίτη.

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία όμως δεν περικλείεται αποκλειστικά και μόνο στα θέματα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Αλλά οι λειτουργίες, η οργάνωση και οι αρμοδιότητές της, ρυθμίζουν ζητήματα εθνικής κυριαρχίας υπό το πρίσμα και της νομικής εναρμόνισης προς τις νομοθετικές επιταγές του Ενωσιακού νομοθέτη, όπως προβλέπεται στον Κανονισμό (ΕΕ) 2017/1939, στην Οδηγία 2017/1371 και στο Ν. 4786/2021.

Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποτελεί έναν αδιαίρετο οργανισμό, ο οποίος οργανώνεται σε κεντρικό και αποκεντρωμένο επίπεδο. Στο αποκεντρωμένο επίπεδο εντάσσονται οι Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς, οι οποίοι εδρεύουν στα κράτη μέλη. Ο Ευρωπαίος Εισαγγελέας και οι Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς έχουν καθορισμένες μεταξύ τους αρμοδιότητες και ιεραρχία, όπως προβλέπεται από τον Κανονισμό λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

Σήμερα, στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δεν συμμετέχουν επίσημα τρία κράτη μέλη από τα συνολικά είκοσι επτά της ΕΕ. Αυτά είναι η Δανία, η Ιρλανδία και η Ουγγαρία.

Γενικά η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αποτελεί όχι απλώς ένα ακόμη όργανο της ΕΕ με τη δική του προσωπικότητα. Αλλά η υπόστασή της σε συνδυασμό με τα χαρακτηριστικά της και την αρμοδιότητα που της διασφαλίζει πρωτίστως η ενωσιακή και δευτερευόντως η εθνική νομοθεσία συνεισφέρουν ποικιλότροπα στην Ευρωπαϊκή ενοποίηση. Οι ενωσιακές αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας υπάρχουν και στις σχέσεις καθορισμού αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των αντίστοιχων εθνικών διωκτικών αρχών. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει όλα τα εχέγγυα να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο όχι αποκλειστικά και μόνο στην επιβολή ποινικών κυρώσεων για συγκεκριμένα οικονομικής φύσης εγκλήματα.

Ακόμη, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία πρέπει να αξιοποιήσει το πλαίσιο αρμοδιοτήτων επάνω στο οποίο λειτουργεί και να διευρύνει τη συνεργασία της και σε άλλου είδους εγκλήματα που έχουν διασυνοριακό χαρακτήρα, όπως για παράδειγμα εγκλήματα, τα οποία σχετίζονται με το διαδίκτυο και προϋποθέτουν ταχεία και αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των εισαγγελικών υπηρεσιών των κρατών μελών. Το σύστημα κανόνων στις βασικές του λειτουργίες υπάρχει και με τις κατάλληλες τροποποιήσεις δύναται να αποδώσει πολλά περισσότερα.

Ενώ και οι εισαγγελικοί λειτουργοί, οι οποίοι αποτελούν μέλη της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, θα έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να εργάζονται στο όργανο αυτό με πλήρη απασχόληση, δίχως να συνυπηρετούν και να απασχολούνται ταυτοχρόνως και με υποθέσεις εθνικής δικαιοδοσίας, όπως συμβαίνει σήμερα. Έτσι, οι εισαγγελικοί λειτουργοί θα δύνανται να ενεργούν απρόσκοπτα και να μπορούν να αποδώσουν τα μέγιστα στο Ενωσιακό όργανο, δίχως ενδεχόμενες εθνικές εξαρτήσεις πολιτικές ή ακόμη και υπηρεσιακές. Το ίδιο ισχύει και για τους εισαγγελικούς λειτουργούς των εθνικών δικαστικών σχηματισμών, οι οποίοι θα μπορούν από τις οργανικές τους θέσεις να εργάζονται απερίσπαστοι στις εθνικής εμβέλειας ποινικές υποθέσεις που αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας και να συνεργάζονται με τους συναδέλφους τους της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.

Εν κατακλείδι, θα πρέπει να ξεπεραστεί ο εθνοκεντρικός χαρακτήρας της ποινικής δικαιοσύνης ως απόλυτο μέσο έκφρασης της κρατικής κυριαρχίας. Μπορούν λοιπόν σημαντικές δυσχέρειες να εξαλειφθούν, ούτως ώστε η παραχώρηση εθνικής δικαιοδοτικής κυριαρχίας σε υποθέσεις ποινικής δικαιοδοσίας να αποτελέσει εφαλτήριο τήρησης της νομιμότητας για κάθε ευρωπαίο πολίτη, τηρώντας τις αρχές και τις αξίες της ΕΕ της οποίας κι εμείς αποτελούμε μέρος.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *