Η Ροδιά (Punica granatum Linnaeus) ανήκει στην οικογένεια των Πουνικοειδών (Punicaceae), που περιλαμβάνει μόνο ένα γένος και δύο είδη (P. granatum και P. protopunica).
Θεωρείται το παλαιότερο καλλιεργούμενο καρποφόρο δέντρο. Είναι ενδημικό της περιοχής μεταξύ του Ιράν και της βορεινής Ινδίας και έχει καλλιεργηθεί από τα αρχαία χρόνια σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου μέχρι την Ινδία, όπου καλλιεργείται μέχρι και σήμερα.
Τα άνθη της Ροδιάς είναι σε ομάδες 2 μέχρι 7 κόκκινα ή λευκοκίτρινα, εμφανίζονται μετά τα φύλλα στο τέλος της άνοιξης και διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες, μακρόστυλα και βραχύστυλα.
Τα μακρόστυλα είναι μεγάλα, κυλινδρικά στη βάση τους, είναι γόνιμα και σχηματίζονται σε παλιό ξύλο.
Τα βραχύστυλα είναι μικρότερα σε μέγεθος, κωνικά στη βάση τους, είναι άγονα και σχηματίζονται στη νέα βλάστηση.
Η Ροδιά είναι αυτογόνιμο φυτό, παρουσιάζει κλιμακωτή άνθηση και οι επικονίαση των ανθέων, στο μεγαλύτερο ποσοστό, γίνεται με τα έντομα. Η επικονίαση διευκολύνεται πάρα πολύ αν εγκαταστήσουμε κυψέλες μελισσών μέσα στη φυτεία (2 με 3 κυψέλες στο στρέμμα).
Τα άγονα άνθη και μεγάλο ποσοστό των γόνιμων πέφτουν μετά την άνθηση. Γονιμοποίηση του 5% των γόνιμων ανθέων, δίνει μεγάλη παραγωγή
Η παραγωγή της Ροδιάς αρχίζει το 3ο έτος από την εγκατάσταση στον αγρό, με μέση απόδοση 300 κιλά ανά στρέμμα, στο 4ο έτος 800 κιλά ανά στρέμμα, στο 5ο έτος στα 1200 κιλά ανά στρέμμα και σταθεροποιείται από το 6ο έτος στα 2000 κιλά ανά στρέμμα.
Στο παρακάτω αρχείο μπορείτε να βρείτε αναλυτικά όλες τις λεπτομέρειες για την καλλιέργεια της ροδιάς όπως αυτές προκύπτουν από συνδυασμό έρευνας και εμπειρίας.
Κάντε κλικ για να κατεβάσετε το αρχείο :
Εγχειρίδιο για την Καλλιέργεια της Ροδιάς
Πηγή: e-rodi.gr