Το μονοπάτι του Στραβόρεμα

Το Στραβόρεμα ήταν το ρέμα που η κοίτη του είχε σχηματιστεί ανάμεσα στα βουνά Λαχανιά και «Γουλά». Ξεκινούσε από τον κάμπο των Βελιών, που στην πορεία του, συγκεντρώνοντας και τα νερά των γύρω μικρότερων ρεμάτων, μέσω Χρανάπας χυνόταν στη θάλασσα. Έτσι πολλές φορές, γινόταν ένας πολύ ορμητικός και επικίνδυνος χείμαρρος, παρασύροντας ότι έβρισκε στο διάβα του. Για το λόγο αυτό είχε κατασκευαστεί το κύριο και μοναδικό μονοπάτι, που συνέδεε τα πρώτα χρόνια τις Βελιές με την παραλία «Πορί», την «Παλιά Μονεμβασία», τον Άγιο Ιωάννη και τη Μονεμβασία (πολύ πιο ψηλά από το ρέμα) και για τον ίδιο ακριβώς λόγο και η Γέφυρα της Χρανάπας.

Το μονοπάτι ξεκινάει από την περιοχή που σήμερα είναι το βενζινάδικο των Αφων Σκάγκου και προχωρώντας -λίγο πιο πάνω από τη Γέφυρα της Χρανάπας- θα αντικρίσει κανείς το μέρος που βρίσκονταν παλιά τα μαντριά του Παπανίκου. Συνεχίζοντας, πριν από το ρέμα που κατεβαίνει από το Λαχανιά, θα συναντήσει κάτι σπηλιές, τα πολύ παλιά μαντριά των Μπουλουμπασαίων, ενώ περνώντας το ρέμα, με το όμορφο πετρόχτιστο καλντερίμι του, φθάνοντας στο πρώτο χωραφάκι, στο αριστερό του χέρι θα αντικρίσει το παλιό μαντρί του Γιάννη Μπουλούμπαση.

Προχωρώντας ο πεζοπόρος θα συναντήσει τα σημερινά μαντριά του Μπουλούμπαση και απέναντι ακριβώς από το Στραβόρεμα, ίσως καταφέρει να αγναντέψει και μια άλλη σπηλιά, που τη χρησιμοποιούσαν τα πρώτα χρόνια για μαντρί, καθώς και το μονοπάτι που οδηγούσε έως εκεί. Συνεχίζοντας και πριν φθάσει στα δεντροφυτεμένα χωράφια, στο αριστερό του χέρι και κατά μήκος όλης της βουνοπλαγιάς, θα αντικρίσει τα παλιά σπιτάκια με τους φούρνους, τις στέρνες και τα μαντριά των Τσιμπιδαίων (Χαντακαίων) από το Παλαιοχώρι (4-5 οικογένειες) που ξεχείμαζαν εκεί τα χρόνια της Κατοχής και που έχουν ακουστεί δραματικές ιστορίες για τις στερήσεις, ακόμη και την έλλειψη ψωμιού, που βίωσαν στο μέρος αυτό οι άνθρωποι αυτοί στα δύστυχα εκείνα χρόνια.

Συνεχίζοντας και περνώντας το άλλο ρέμα, που έρχεται από το βουνό, πάνω απ’ του Ντίνου τα μαντριά, θα συναντήσει το Πλατώρι με τα λίγα παλιά σπιτάκια του και προχωρώντας ακόμη, αφήνοντας πίσω το ρεματάκι (που βρισκόταν η παλιά βρύση του χωριού), ανηφορίζοντας και εν συνεχεία κατηφορίζοντας, προχωρώντας για Βελιές, θα αντικρίσει δεξιά και αριστερά τους τεράστιους αμπελώνες του Τσιμπίδη που προσπερνώντας τους, καθώς και τα όμορφα μαγκανοπήγαδα, θα φθάσει στο αναπαλαιωμένο ελαιοτριβείο και σήμερα ξενοδοχείο του Κλάψη.

Φθάνοντας στον Προφήτη Ηλία ίσως πιει το καφεδάκι του στης κυρά – Κατίνας το παραδοσιακό καφενεδάκι ή εάν θέλει κάτι πιο σύγχρονο ή κανένα μεζεδάκι, μπορεί να πεταχτεί ως της κυρά – Ζωής την ταβερνούλα. Εάν έχει ακόμη κουράγιο και όρεξη, μπορεί να ανηφορίσει προς τους Αγίους Σαράντα για να απολαύσει απ’ εκεί τη θέα του κάμπου και να ξεκουραστεί στο καφενείο του Σαράντου. Θα ήταν όμως μεγάλη παράλειψή του εάν στην πορεία προς τους Αγίους Σαράντα, δεν έκανε μια στάση δίπλα στον κεντρικό δρόμο (στο ύψος της στροφής) για να θαυμάσει από κοντά το διαμορφωμένο πλέον χώρο της παλιάς βρύσης του χωριού, με τον όμορφο πλάτανο και το αξιόλογο μουσείο λαϊκής τέχνης που έχει δημιουργηθεί εκεί τα τελευταία χρόνια.

Ένα ρέμα, ένα μονοπάτι και ένα χωριό (Βελιές) με μεγάλη ιστορία, που καλό θα είναι να την μάθουν και οι νέοι μας κάνοντας και αυτοί τη διαδρομή αυτήν, που θα τους είναι μια πρωτόγνωρη και ευχάριστη έκπληξη και εμπειρία, εάν βέβαια συντηρηθεί και βελτιωθεί ακόμη περισσότερο το ιστορικό αυτό μονοπάτι.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Νίκου Αργείτη «ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΟΥ»