Τα παρτέρια με τους φοίνικες – Τοπόσημο της Σπάρτης

Γράφει ο Βαγγέλης Μητράκος

Κάθε πόλη, μέσα στην ιστορική της διαδρομή, δημιουργεί την ταυτότητά της, αυτήν που την καθιστά αναγνωρίσιμη και καταγράφει τη διαφορετικότητά της από άλλες πόλεις.

«Η ταυτότητα ενός τόπου συγκροτείται από το σύνολο των ενεργητικών (θετικών και αρνητικών) ατομικών ή συλλογικών εντυπώσεων, απόψεων και συναισθημάτων για τον τόπο αυτό. Το περιεχόμενο της ταυτότητας μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί την απάντηση στην ερώτηση «ποιός ακριβώς είναι αυτός ο τόπος;», δηλαδή: ποιος είναι ο χαρακτήρας του, ποιες κοινωνίες επέδρασαν πάνω του και σε ποιον βαθμό, έτσι ώστε να δομηθεί η μοναδικότητά του και, τέλος, για ποιον λόγο ξεχωρίζει από παραδείγματα άλλων αντίστοιχων τόπων». (Άρης Σαπουνάκης, Δρ Αρχιτέκτων Πολεοδόμος, Καθηγητής Αρχιτεκτονικής και Αστικής Σύνθεσης του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας)

Η Σπάρτη ευδόκησε να έχει μια πλούσια προίκα χαρακτηριστικών για τη διαμόρφωση μιας μοναδικής κι εξέχουσας ταυτότητας μεταξύ των ελληνικών πόλεων, τα οποία χαρακτηριστικά, όμως, προοδευτικά, χάθηκαν ή δεν αξιοποιήθηκαν μέσα στο πέρασμα των χρόνων, με ευθύνες εκείνων που διαχειρίστηκαν (διαχρονικά) τις τύχες της πόλης αλλά και με ευθύνες της τοπικής κοινωνίας, η οποία, όχι μόνο υπήρξε παθητική, αλλά σχεδόν πάντοτε υπέτασσε το γενικότερο συμφέρον της πόλης στα στενά πολιτικά, συντεχνιακά και ατομικά συμφέροντα.

Η παραχάραξη και καταστρατήγηση του βαυαρικού σχεδίου της πόλης και της ρυμοτομίας της, η λεηλασία των αρχαιολογικών της μνημείων για οικοδομικές εργασίες, η κατάχωση της πολιτιστικής της κληρονομιάς κάτω από τα θεμέλια σπιτιών και πολυκατοικιών, η μη ολική ανασκαφή της Αρχαίας Σπάρτης, η πώληση της μισής κεντρικής πλατείας υπό μορφήν οικοπέδων εκατέρωθεν της Παλαιολόγου, η κατεδάφιση της Επαγγελματικής Σχολής Ιωάννου και Αικ. Γρηγορίου, η απορφάνιση της πόλης από σημαντικά νεοκλασικά κτήρια με ιστορία, η απουσία πολιτικής προστασίας δημόσιων χώρων, η έλλειψη στρατηγικής για την απόκτηση χαρακτηρισμένων κοινόχρηστων χώρων, η καταπάτηση και η καταστροφή των παρόχθιων εκτάσεων του Ευρώτα και της Μαγουλίτσας, η εγκατάλειψη του Λόφου και του ΞΕΝΙΑ, η απώλεια του περιορισμού των οικοδομικών υψών πέριξ της πλατείας, οι καταστροφή και η παραχάραξη των στοών μαζί με τις Καμάρες πέριξ της πλατείας, το κλείσιμο και η εγκατάλειψη στη φθορά της μεταλλικής Γέφυρας του Ευρώτα κλπ, είναι μερικά μόνο παραδείγματα για το ΤΙ έχει υποστεί η ταυτότητα της πόλης, διαχρονικά.

Σήμερα βρίσκεται επί θύραις άλλη μια σοβαρή παρέμβαση σε βάρος της ταυτότητας της πόλης, η λεγόμενη «ανάπλαση της Παλαιολόγου», η μελέτη της οποίας προβλέπει, μεταξύ άλλων, το ξήλωμα των παρτεριών με τους φοίνικες. Αυτά τα παρτέρια με τις πρασινάδες και τους φοίνικες, που διαχωρίζουν τα δύο ρεύματα της Παλαιολόγου, αυτά που έδωσαν ανάπτυξη, «ανάσα» αισθητική, ομορφιά και λειτουργικότητα στην κεντρική λεωφόρο της πόλης ήταν μια μεγαλόπνοη έμπνευση του ιστορικού δημάρχου και αναμορφωτή της Σπάρτης Ηλία Γκορτσολόγου, που υλοποιήθηκε κάπου στα 1935.

Η τοπική κοινωνία αποδέχθηκε και αγκάλιασε θερμά την παρέμβαση αυτή του Ηλία Γκορτσολόγου στην Παλαιολόγου και την ενέταξε αναντίρρητα στο Πάνθεον των χαρακτηριστικών της ιστορικής φυσιογνωμίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς της Σπάρτης. Οι κατά καιρούς, επισκέπτες της πόλης, από την Ελλάδα και τον κόσμο όλον, έχουν κατατάξει, με διαφορά, την «λεωφόρο με τους φοίνικες» στην πρώτη θέση των εντυπώσεών τους από την Σπάρτη, μια εντύπωση, μάλιστα, που είναι τόσο δυνατή, ώστε παρέμενε στον χώρο των εμπειριών της ζωής τους ζωηρή και ανεξίτηλη, καθιστώντας την πρώτη εικόνα μεταξύ αυτών που ανακαλούσαν στη μνήμη τους, όταν αναφέρονταν στη Σπάρτη.

«Εν ενί λόγο» η «λεωφόρος με τους φοίνικες» έχει καταστεί τοπόσημο, δηλαδή το πλέον χαρακτηριστικό σημείο αναφοράς στην πόλη της Σπάρτης, το κορυφαίο στοιχείο που ενισχύει την ταυτότητά της. Αξίζει εδώ να σημειωθεί πως όταν μιλά κανείς για «ταυτότητα πόλης» δεν αναφέρεται μόνο στο θέμα της αισθητικής αλλά και στην ίδια τη ζωή της πόλης και των ανθρώπων της, στη συνέχεια της ιστορικής της πορείας, στην αρμονική σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον της πόλης, στη φυσιογνωμία της κι εν τέλει στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική της ανάπτυξη.

Φυσικά, μια πόλη πρέπει να αλλάζει και να μη μένει μια ταριχευμένη μούμια προορισμένη για το μουσείο. Όμως, η οποιαδήποτε παρέμβαση στην πόλη πρέπει να στηρίζεται στη συστηματική διερεύνηση των στοιχείων που χαρακτηρίζουν την περιοχή παρέμβασης σε σχέση με την ιστορία και τους ανθρώπους, ώστε να υπογραμμίσει τα στοιχεία του χώρου που κρίνεται σκόπιμο και να εντάξει αρμονικά πλάι τους τα νέα στοιχεία.

Με όλα τα παραπάνω, που αποτελούν στοιχεία αντικειμενικά και αναντίρρητα, καμιά παρέμβαση και καμιά ανάπλαση στην Παλαιολόγου ΔΕΝ μπορεί να γίνει σε βάρος των παρτεριών με τους φοίνικες.

Η επίκληση του «σκαθαριού» δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία μιας και υπάρχουν λύσεις εναλλακτικές που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία από άλλους δήμους.

Επίσης, δεν αποτελεί δικαιολογία το διπλοπαρκάρισμα στην Παλαιολόγου, για το οποίο τα παρτέρια με τους φοίνικες δε φέρουν καμία ευθύνη (αλλού είναι οι αιτίες και οι ευθύνες) και το οποίο θα έλυνε ριζικά μόνο η πεζοδρόμηση.

Η πεζοδρόμηση μέρους της Παλαιολόγου και της Λυκούργου, στο κέντρο της πόλης, που θα είχε ως ζωτικό και λειτουργικό της στοιχείο τα παρτέρια με τους φοίνικες, ήταν εντολή των πολιτών στην προηγούμενη δημοτική αρχή αλλά και στους διαδόχους της. Για το λόγο αυτό συντάχθηκε η αρχική μελέτη για πεζοδρόμηση του κέντρου με σεβασμό στα παρτέρια με τους φοίνικες και παράλληλη εφαρμογή κυκλοφοριακής μελέτης για το σύνολο της πόλης. Δυστυχώς, η μελέτη αυτή που πράγματι θα αποτελούσε ανάπλαση του κέντρου και θα πήγαινε την πόλη μπροστά μεταλλάχθηκε, χωρίς επαρκείς και πειστικές εξηγήσεις, στην παρέμβαση που αναμένεται να ξεκινήσει στην Παλαιολόγου, παρέμβαση η οποία ΔΕΝ συνιστά πεζοδρόμηση και θα εξαφανίσει, μια για πάντα, το τοπόσημο της πόλης, το σήμα κατατεθέν της, τα παρτέρια με τους φοίνικες της Παλαιολόγου.

Κι εμείς;
«Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα…».
Μόνο που θαύματα δεν γίνονται πια.
Θαύματα μπορεί να κάνει μόνο μια κοινωνία ενεργών πολιτών, η οποία στην Σπάρτη δεν υπήρξε ποτέ.

Πηγή: krokeai.gr