Το «Λιμάνι» στο Βουνό! (Γηροκομείο Μολάων)

Γράφει: ο Κώστας Πραχάλης

Είναι το ελάχιστο που μπορώ να κάνω, με αυτή την αναφορά μου στο ΙΔΡΥΜΑ, τώρα που συμπληρώνει είκοσι τέσσερα χρόνια λειτουργίας(εγκαίνια 26 Απριλίου 1998) και μεγίστης κοινωνικής προσφοράς στους κατοίκους του Δήμου Μονεμβασίας κι ακόμη πέρα.

Λέω «μεγίστης», γιατί είναι προσφορά ουσιαστική, έμπρακτη, διαρκής, καθημερινή και γιατί απευθύνεται σε απόμαχους της ζωής, σε ΑΜΕΑ και σε ανθρώπους που ζουν μόνοι ή και σε άθλιο περιβάλλον ενίοτε και βρίσκουν μια αξιοπρεπή διαβίωση και βρίσκουν τη γαλήνη μέσα στο «Λιμάνι» της Μητρόπολης.

Και βεβαίως δεν το λέω μόνο εγώ. Είναι η κοινή ομολογία. Αλλά κυρίως είναι η διαχρονικά εκφρασμένη επιβεβαίωση τόσο από τους (80) τροφίμους του, που «περνούν καλά», όσο κι από τους συγγενείς, οι οποίοι αισθάνονται ιδιαίτερα ανακουφισμένοι, αφού απαλλάσσονται από το «οικογενειακό πρόβλημα», παραδίδοντάς το στην ευθύνη του Διευθυντή και του προσωπικού, που οφείλω να τους αναγνωρίσω υπηρεσιακό ηρωισμό. Βαριά γαρ η γεροκομική!

Όμως διερωτώμαι:
Στάθηκαν καμιά φορά αυτοί που έτυχε να έχουν μέσα στο ΙΔΡΥΜΑ τον «άνθρωπό τους» και που σε κάποιες περιπτώσεις τον «ξεχνούν» για μήνες και για χρόνια ορισμένοι, στάθηκαν μπροστά σε κείνες τις μαρμάρινες στήλες με τα ονόματα των ΕΥΕΡΓΕΤΩΝ να ρίξουν τη ματιά τους και να στρέψουν ευγνώμονα τη σκέψη τους σ’ αυτούς;

Αλλά και όλοι οι άλλοι, που το βλέπουμε καθημερινά να δεσπόζει στην πλαγιά της Κουρκούλας, ξαναφέραμε ποτέ στη μνήμη μας οι παλιότεροι και σκέφτηκαν οι νεότεροι, πώς χτίστηκε, πώς εξοπλίστηκε, πώς επανδρώθηκε, πως μπήκε σε λειτουργία αυτό το τριώροφο «ξενοδοχείο της φιλανθρωπίας», που πέραν των ανεκτίμητων υπηρεσιών του, στολίζει και…μεγαλώνει τους Μολάους;

Γιατί, για να πραγματωθεί ένα τέτοιο έργο, κάποιος είχε αρχικά την ιδέα, το όραμα και ύστερα την απόφαση, τη μεγάλη ευθύνη, την πίστη και τη δύναμη.

Και τα είχε βεβαίως ο Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιος. Ο εμπνευστής και ιδρυτής.

Που αποδύθηκε σε ένα μεγάλο αγώνα τα έξι χρόνια πριν από τα εγκαίνια, από το 1992 μέχρι το 1998, για την υλοποίηση του οράματος.

Που αντιμετώπισε τότε δυσκολίες (το θυμάμαι) και που εισέπραξε και πικρίες ακόμη, στην προσπάθεια να βρει τον οικοπεδικό χώρο.

Που «χτύπησε πόρτες» πολλές, κρατικές και μη, για να εξασφαλίσει τις απαιτούμενες πιστώσεις και που με το κύρος και την εγνωσμένη ορθοπραξία του προσήλκυσε παράλληλα ένα κύμα ευεργετισμού, από την Ελλάδα και την Ομογένεια, το οποίο λειτούργησε συγκινητικά και αποτελεσματικά και οδήγησε στην αποπεράτωση.

Δε μιλώ με φιλόφρονα πρόθεση προς τον Επίσκοπο. Δεν έχει χρεία του δικού μου επαίνου. Μιλώ με θεώρηση αντικειμενική. Και με ευγνωμοσύνη στον πρωτεργάτη και όλους τους ευεργέτες και δωρητές.

Ούτε θα αναφέρω τα ονόματά τους. Είναι πολλοί. Άλλωστε, όλα τα περί Γηροκομείου είναι γραμμένα με κάθε λεπτομέρεια στο πόνημα του Μητροπολίτη «Η ΑΓΑΠΗ ΠΑΝΤΑ ΣΤΕΓΕΙ» που αξίζει όλοι να το διαβάσουμε.

Θα πω όμως τούτο, που δεν το ξέρουν οι πολλοί.

Στο πλαίσιο της έρευνας που είχα κάνει, για να παρουσιάσω τον Ιούνιο του 2018 σε ειδική εκδήλωση της Δημοτικής Κοινότητας Μολάων τους «Γνωστούς και Άγνωστους Ευεργέτες και Δωρητές της πόλης μας», διεπίστωσα με απογοήτευση ότι ευκατάστατοι άτεκνοι Μολαϊτες που κάποιοι μάλιστα εξ’ αυτών είχαν περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής τους στο Γηροκομείο, δεν κληροδότησαν σ’ αυτό τα περιουσιακά τους στοιχεία, αλλά σε εκκλησίες και μονές, ακόμη και εκτός Ελλάδας, που ξέρουμε ότι έχουν συγκεντρώσει πλήθος κληροδοτημάτων απ’ όλο τον κόσμο και ουδεμία ή πολύ μικρή έχουν ανάγκη.

Δικαίωμά τους βέβαια, αλλά και παράδειγμα προς αποφυγή.

Γι αυτό, με την ευκαιρία της επετείου των εγκαινίων του, απευθυνόμενος σε κάθε έναν από εμάς, που θα είχε την επιθυμία να γίνει κάποτε δωρητής ή κληροδότης, θα του έλεγα ότι πουθενά αλλού η δωρεά του (μικρή ή μεγάλη) δε θα «πιάσει τόπο» τόσο θεάρεστα και τόσο φιλανθρωπικά, όσο στο «δικό μας» ΙΔΡΥΜΑ.

Του οποίου, καλώς ή κακώς, πολλοί είμαστε και υποψήφιοι θαμώνες.

Γιατί ποτέ δεν ξέρεις πώς τα φέρνει η ζωή…