Βρισκόμαστε στις τελευταίες στιγμές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1453. Η μεγάλη και λαμπρή αυτή Αυτοκρατορία έχει συρρικνωθεί στην Κωνσταντινούπολη πλέον πόλη – κράτος, έχει περιορισθεί σε λίγες περιοχές της Θράκης γύρω από την Πόλη και σε ένα μεγάλο τμήμα της Πελοποννήσου.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος είναι ο τελευταίος Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, ο τελευταίος Αυτοκράτορας των Ελλήνων. Εδώ και δύο χρόνια αρχηγός των Τούρκων είναι ο Μωάμεθ ο Β’, ένας νέος ηλικίας 21 ετών. Όνειρο της ζωής του η κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως, η εξάπλωση και η επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή την εποχή η Κωνσταντινούπολη, η βασιλεύουσα της Ευρώπης, με δύο πανεπιστήμια το 1204, είχε καταντήσει στο μεγαλύτερο μέρος της, ένας ακατοίκητος σωρός ενδόξων ερειπίων. Αυτή την Πόλη παρά την ηρωική αντίσταση των αγωνιστών κατοίκων εκπόρθησε ο Μωάμεθ την Τρίτη 29-5-1453. Οι περιγραφές των 4 μεγάλων βυζαντινών ιστορικών των Δούκα, Φραντζή ή (Σ)φραντζή, Κριτόβουλου & Χαλκοκονδύλη, αποτελούν ουσιαστικές πηγές για τη μελέτη της Αλώσεως και των γεγονότων πριν και μετά από αυτή.
Πριν από την Άλωση από τους Τούρκους της Κωνσταντινουπόλεως είχε συμβεί μία προηγούμενη Άλωση από τους Λατίνους και Φράγκους το 1204. Αυτή η Άλωση έχει ιδιαίτερα περιορισθεί στη συλλογική μνήμη μας παρόλο που απετέλεσε γεγονός αποφασιστικότερης σημασίας και από αυτή της δεύτερης Άλωσης του 1453.
Τον Απρίλιο του 1204 οι στρατιές του Δυτικού Χριστιανισμού έγραψαν μία ακόμα αιματοβαμμένη σελίδα στην ιστορία των Ιερών πολέμων.
Δύο χρόνια νωρίτερα η Δ’ Σταυροφορία είχε ξεκινήσει με αποστολή να απελευθερώσει την Ιερουσαλήμ από το Ισλάμ. Τελικά στράφηκαν κατά των ομοδόξων αδελφών τους, πολιόρκησαν, κατέκτησαν και κατέστρεψαν την Κωνσταντινούπολη, τη Μητρόπολη του τότε γνωστού κόσμου.
Με αγριότητα δολοφόνησαν γέρους και νέους. Βίασαν γυναίκες, νέες κοπέλες μέχρι και μοναχές. Βεβήλωσαν εκκλησίες, λεηλάτησαν ιερά κειμήλια και θησαυρούς. Πυρπόλησαν ένα μεγάλο τμήμα της Πόλεως. Ένα ιστορικό γεγονός που χαρακτηρίζεται από βαρβαρότητα, αχρειότητα, φιλαργυρία, θρησκευτικό φανατισμό, προδοσία, προσωπική ανικανότητα αλλά και ηρωικές πράξεις και θυσίες.
Πριν από το 1204 το Βυζάντιο ήταν μία πολυεθνική Χριστιανική Αυτοκρατορία με μεγάλες περιόδους πνευματικής Ανάπτυξης. Από τον Μ. Φώτιο τον 9ου μ.Χ. αιώνα είχε προκύψει μία μεγάλη ελληνική Αναγέννηση με την ανασυγκρότηση της αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Αυτή ολοκληρώθηκε από τη Δυναστεία των Μακεδόνων Αυτοκρατόρων, ως ελληνική Αναγέννηση, πολλούς αιώνες νωρίτερα από την Αναγέννηση στη Δύση.
Γεωγραφικά το Βυζάντιο κατείχε τον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ της Δύσης και της Ανατολής. Λόγω αυτής της θέσεως υφίσταται μεγάλο αριθμό επιδρομών και επεμβάσεων περισσότερο από κάθε άλλη περιοχή. Οι επιδρομές αυτές επέτειναν την εσωτερική κρίση και δεν επέτρεψαν στην κοινωνία, στο ίδιο κράτος, στην πολιτεία να μετασχηματισθούν εσωτερικά και να προσαρμοσθούν στη νέα πραγματικότητα που δημιουργούνταν συνεχώς, ξεπερνώντας τις δομές του Βυζαντίου.
Έτσι νομοτελειακά οδηγήθηκε στην υποταγή, αρχικά στους Λατίνους και στη συνέχεια στους Τούρκους. Και ενώ το Βυζάντιο έφθινε, η συγκρότηση της Ευρωπαϊκής Δύσης είχε μία άμεση ιστορική συνέπεια, την οικονομική απομύζηση της Ευρωπαϊκής Ανατολής δηλαδή του Βυζαντίου. Να θυμίσω ότι το Βυζάντιο είναι μεταγενέστερος νεολογισμός που άρχισε τον 16ου αιώνα και αποδίδει στο Ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο όρος αυτός δεν χρησιμοποιούνταν κατά τη διάρκεια της ύπαρξης της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Οι κάτοικοι ονομάζονταν “Ρωμαίοι” και το κράτος τους “Ρωμανία”, ο αυτοκράτορας “Βασιλεύς Ρωμαίων” και η Κωνσταντινούπολη “Νέα Ρώμη”.
Τελικά συνθλίβεται κάτω από την συντονισμένη πίεση Ανατολής και Δύσης, με συνεχή συρρίκνωση των ελεύθερων εδαφών του, με οικονομική καχεξία και απονέκρωση και αδυναμία της ολοκλήρωσης της πνευματικής και οικονομικής Αναγέννησης που θα το έβγαζε από τη συνεχή κρίση. Έτσι η Άλωση και η πτώση της Βασιλεύουσας ήλθε ως τέλος μιας φθίνουσας εξελικτικής πορείας. Η σημασία της Άλωσης είναι τεράστια για την χώρα μας, για τους Έλληνες. Πρέπει να εξαχθούν τα κατάλληλα συμπεράσματα και να κατατεθούν προτάσεις – πέρα από τη κριτική- για να αποφύγουμε ως έθνος νέες συμφορές.
Η ιστορική πληροφόρηση είναι ένα πολύτιμο εφόδιο αναγκαίο, όχι όμως επαρκές, για να αποκτήσει ο Έλληνας επίγνωση της οικουμενικής δυναμικής της πατρίδας του και του πολιτισμού του, αλλά και για την δημιουργία μιας σχέσης γόνιμης και όχι αλλοτριωτικής μεταξύ Ελληνισμού και Δύσης.
Και σήμερα ο Έλληνας και ο Ελληνισμός συνθλίβεται και διεκδικείται και από τη Δύση και από την Ανατολή. Από την Ανατολή και απειλείται και διεκδικείται ο ελληνικός τόπος, από τη Δύση απειλείται και διεκδικείται ο ελληνικός τρόπος. Έτσι ο Ελληνισμός κατά τη ρήση του αείμνηστου Ν. Σβορώνου «μεταβάλλεται από μία διακριτή, αυτόνομη οικουμένη, σε χώρο των συνόρων».
Η Δύση με μια δυναμική παγκοσμιότητα μετατρέπει τους πολίτες της σε άτομα με ατομοκεντρική θεώρηση, με νοησιαρχική βεβαιότητα και χρησιμοθηρική αποτελεσματικότητα, αριθμητικούς δείκτες. Μαζικοποιεί και αγοραιοποιεί την κοινωνία μέσω της παγκοσμιοποίησης.
Η Απάντηση πρέπει να δοθεί από εμάς τους ίδιους με τη δημιουργία του «Ελληνικού Ελληνισμού», ανατρέχοντας στις κύριες πηγές της ταυτότητας μας.
Αυτές βασίζονται στο τριγωνικό σχήμα της Ελληνικής Ιστορίας: Αρχαιότητα – Βυζάντιο – Νεώτερη Ελλάδα. Απάντηση η οποία θα προκύψει από τη δημιουργική σύνθεση του τοπικού με το παγκόσμιο και φυσικά και του δυτικού, του παραδοσιακού με το νεωτερικό, αποφεύγοντας την πόλωση ανάμεσα σ’ ένα άκριτο πολιτισμικό ευρωκεντρισμό και σ’ ένα κάλπικο και υπερβολικό ελληνοκεντρισμό, μια ζωντανή, δημιουργική, οργανική συνέχεια του ελληνικού πνεύματος.
Ο ελληνικός ελληνισμός παρά τη διχοτόμηση που υπέστη από τον Β’ Πόλεμο και τον εν συνεχεία εμφύλιο και το αδιέξοδο που προκάλεσαν αυτοί, στη νεώτερη ελληνική ιδεολογία, είναι η μοναδική λύση για την πατρίδα μας. Είναι η ελληνική πρόταση πολιτισμού με οικουμενική εμβέλεια και αξία.
Είναι ακριβώς αυτό που αναφέρεται ως λύση από τον μεγάλο ποιητή μας, Γεώργιο Σεφέρη στο έργο του «Διάλογος πάνω στην ποίηση» έτους 1938, το οποίο παραμένει σύγχρονο και επίκαιρο:
‘‘Ο «ελληνικός ελληνισμός», ας μου επιτραπεί η έκφραση, δεν εδημιουργήθηκε ακόμη ούτε απόχτησε την παράδοσή του.
Κάποτε, στα άξια έργα των δικών μας δημιουργών τον νιώθουμε, τον διαισθανόμαστε· μελετώντας τη βαθύτερη φυσιογνωμία του Κάλβου, στους στίχους του Σολωμού, στην αγωνία του Παλαμά, στη νοσταλγία του Καβάφη […]. Τον ελληνικό ελληνισμό, κάποτε οι καλύτεροι από εμάς τον διαισθάνονται: «σοφοί δε προσιόντων». Αλλά θα πρέπει να γίνουνε πολλά άξια έργα, να δουλέψουνε πολλοί μικροί και να πραγματοποιήσουνε πολλοί μεγάλοι, για να μπορέσουμε να πούμε πως διακρίνουμε κάπως καθαρά τη φυσιογνωμία του. Γιατί ο ελληνισμός αυτός θα αποχτήσει μια φυσιογνωμία, όταν αποκτήσει μια φυσιογνωμία πνευματική η σημερινή Ελλάδα. Και θα έχει ακριβώς για χαρακτηριστικά τη σύνθεση των χαρακτηριστικών των αληθινών έργων που θα έχουν γίνει από τους Έλληνες.’’
Απόστολος Ε. Παπαφωτίου
Αντιπεριφερειάρχης Πελοποννήσου
Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Σημείωση: Η ομιλία αυτή υπήρξε η συμμετοχή μου στην εκδήλωση του Δήμου Νεμέας, με τίτλο «ΕΑΛΩ Η ΠΟΛΙΣ», που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 31 Μαΐου 2014 στο Αμφιθέατρο του Γενικού Λυκείου Νεμέας.