Η 25η Μαρτίου 1821, είχε οριστεί ως ημέρα έναρξης της Ελληνικής Επανάστασης, από τον αρχηγό της Φιλικής Εταιρείας, Αλέξανδρο Υψηλάντη, «ως ευαγγελιζομένη την πολιτικήν λύτρωσιν του ελληνικού έθνους», ημέρα της μεγάλης θρησκευτικής γιορτής μας, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Όμως διάφορα απρόβλεπτα γεγονότα έφεραν νωρίτερα τις εξελίξεις, με αποτέλεσμα οι πρώτες επαναστατικές πράξεις να ξεκινήσουν από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ήδη από τον Φεβρουάριο του 1821 με τη συμμετοχή των Ελληνικών παροικιών του εξωτερικού και σταδιακά, αρχής γενομένης από την Πελοπόννησο, να επεκταθούν σε όλη την χερσαία και τη νησιωτική Ελλάδα.
Η πρόταση εορτασμού της έναρξης της επανάστασης την 25η Μαρτίου 1821, έγινε λίγα χρόνια αργότερα, το 1834, από τον Παναγιώτη Σούτσο, ενώ καθιερώθηκε επίσημα ως εθνική εορτή το 1838, με Βασιλικό Διάταγμα του Όθωνα.
Η ερμηνεία των γεγονότων εκείνων όμως, με μονοδιάστατο τρόπο, με μονομέρεια, με πολιτικά κίνητρα, βάση σκοπιμοτήτων ή με φανατισμό, θα πρέπει εκ των προτέρων να απορριφτεί, αφού τέτοιες προσεγγίσεις, έχουν ιστορικά, επιστημονικά και επαρκώς, καταρριφθεί.
Είναι αλήθεια ότι η αφετηρία του ελληνικού εθνικού κινήματος χρονολογείται στα χρόνια της «νεοτερικότητας» στην τελευταία δεκαετία του 18ου και την πρώτη του 19ου αιώνα, όταν υπό την επίδραση των ιδεολογικών και πολιτικών μηνυμάτων της Γαλλικής Επανάστασης και των Ναπολεόντειων πολέμων εμφανίστηκε το αίτημα για ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού εθνικού κράτους κατά τα σύγχρονα πρότυπα.
Οι εκπρόσωποι του ελληνικού εθνικού κινήματος διαχώριζαν τους σύγχρονους Έλληνες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας από τους αλλόθρησκους και αλλόγλωσσους κυρίαρχους τους, την εξουσία των οποίων κατήγγειλαν ως αυθαίρετη και παράνομη, και ήθελαν να τους προσανατολίσουν προς τους υπόλοιπους χριστιανικούς λαούς της Ευρώπης.
Η προσέγγιση αυτή, ενώ είχε απήχηση στους εγγράμματους Ελληνικούς κύκλους και δη του εξωτερικού, εντούτοις αντιμετωπιζόταν, τουλάχιστον στην αρχή, με σκεπτικισμό από την εκκλησία και τον απλό λαό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την προεπαναστατική περίοδο, οι ίδιοι οι Έλληνες αυτοπροσδιορίζονταν ως «Ρωμιοί» ή «Ρωμαίοι», ενώ είχε γνωρίσει περιορισμένη διάδοση τα χρόνια εκείνα ο προβαλλόμενος από δυτικού προσανατολισμού λογίους, όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, ο όρος «Γραικοί».
Ήδη όμως από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης γενικεύτηκε ακόμη και ανάμεσα στους μη εγγράμματους, η χρήση της ονομασίας «Έλληνες» αποκλειστικά για τους επαναστατημένους.
Η Ελληνική επανάσταση όμως, δεν ήταν μόνο μια εξέγερση Ελλήνων κατά των Τούρκων βάναυσων αφεντάδων, ή χριστιανών κατά Τούρκων Μουσουλμάνων, αλλά υπήρξε ένα πολυσύνθετο και μοναδικό φαινόμενο, η επιτυχής έκβαση του οποίου, μόνο σε μεγάλο θαύμα ή σε πολλά θαύματα μαζί, μπορεί να αποδοθεί.
Όσο και να προσπαθήσει κάποιος να εξηγήσει το μεγάλο επίτευγμα των Ελλήνων το 1821, τα γεγονότα που ακολούθησαν και την τελική ευόδωση του αγώνα, νομίζω πως δεν θα τα καταφέρει, χρησιμοποιώντας μόνο τη λογική, αλλά θα χρειαστεί οπωσδήποτε και μια άλλη, υπερβατική θα έλεγα, προσέγγιση.
Δεν είναι διόλου παράξενο εξάλλου που όλοι σχεδόν οι ιστορικοί και ιστοριογράφοι της εποχής εκείνης, απορούν πώς πέτυχε η επανάσταση.
Και εξηγούμαι:
1ο. Ναι μεν η Φιλική Εταιρεία, ιδίως τα τελευταία χρόνια είχε προωθήσει αρκετά το δίκτυό της και είχε μυήσει πολλούς στην ιερή ιδέα, εντούτοις όπως φάνηκε ήδη από τις πρώτες ημέρες της επανάστασης, η οργάνωση του όλου κινήματος, δηλαδή ο εφοδιασμός των Ελλήνων με τα αναγκαία πολεμοφόδια, τρόφιμα κ.λπ. χαρακτηρίστηκε από πολύ πρόχειρος μέχρι ανύπαρκτος.
2ο. Οι περισσότεροι επιφανείς Έλληνες ζούσαν στην Ευρώπη και ο απλός λαός ήταν αποκλεισμένος και χωρίς σωστή καθοδήγηση. Χαρακτηριστικός είναι ο δραματικός διάλογος πριν την επανάσταση, του Φιλικού Ξάνθου με τον Υψηλάντη:
Υψηλάντης: «Γιατί οι Έλληνες δεν προσπαθούν να ενεργήσουν ώστε, αν δεν δύνανται να ελευθερωθούν από τον ζυγόν, τουλάχιστον να τον ελαφρώσουν;»
Ξάνθος: «Πρίγκιψ, με ποία μέσα και με ποίους οδηγούς να ενεργήσωσιν οι δυστυχείς Έλληνες την βελτίωσιν της πολιτικής των καταστάσεως; Αυτοί έμειναν εγκαταλελειμμένοι από εκείνους, οίτινες εδύναντο να τους οδηγήσωσι, διότι όλοι οι καλοί ομογενείς καταφεύγουν εις ξένους τόπους και αφήνουν τους ομογενείς των ορφανούς.
3ο. Ο στρατός του Υψηλάντη καταστράφηκε πολύ νωρίς, στη μάχη του Δραγατσανίου στις 7 Ιουνίου 1821 και υποχώρησε προς τα αυστριακά σύνορα όπου οι Αυστριακές αρχές συνέλαβαν και φυλάκισαν τον ίδιο.
4ο. Οι τοπικές ηγετικές ομάδες του ελληνικού κόσμου, οι Φαναριώτες, οι αρματολοί και οι προεστοί, ήταν ενταγμένες στο οθωμανικό σύστημα εξουσίας και ήταν δύσκολο να αντιδράσουν, ενώ οι μη εγγράμματες μάζες δε συμμερίζονταν πάντα τις εθνικές ιδέες των διανοούμενων της διασποράς.
5ο. Η ηγεσία της Εκκλησίας ήταν εγκλωβισμένη στην Πόλη κάτω από τον εκβιασμό του Σουλτάνου. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄, μετά τα πρώτα γεγονότα, αφού συνάντησε το Σουλτάνο, κάλεσε ύστερα τους ηγέτες και άλλους λαϊκούς εκ των Ελλήνων να συζητήσουν για την κατάσταση. Ο Σουλτάνος Μαχμούντ είχε απαιτήσει τον αφορισμό όσων είχαν ξεσηκωθεί και είχαν σκοτώσει αθώους Τούρκους, διαφορετικά θα ξεκλήριζε τον Ελληνισμό της Πόλης. Ο Πατριάρχης προέτρεψε τους Έλληνες να φύγουν από την Πόλη, λέγοντας ότι ο ίδιος θα παραμείνει και θα θυσιαστεί για να σώσει εάν είναι δυνατό το ποίμνιο του: “Πιστεύω ότι το τέλος μου πλησιάζει αλλά πρέπει να παραμείνω στη θέση μου για να πεθάνω. Αν μείνω, οι Τούρκοι δεν θα βρουν πρόσχημα για να σφαγιάσουν τους Χριστιανούς της πρωτεύουσας“.
6ο. Όλες οι μεγάλες ξένες δυνάμεις ανεξαιρέτως και της ομόδοξης Ρωσίας συμπεριλαμβανομένης, ήταν αντίθετες κατά απόλυτο τρόπο στην Ελληνική επανάσταση και στην περαιτέρω εξασθένηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
7ο. Μετά τις πρώτες επιτυχίες και την απελευθέρωση σημαντικών θυλάκων της επικράτειας, κυρίως στην Πελοπόννησο και στη Στερεά, ξεσπούν δύο εμφύλιες συρράξεις μεταξύ των Ελλήνων που στην κυριολεξία τους σπαράσσουν. Πολλοί από τους ηγέτες της επανάστασης, όπως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, φυλακίζονται.
8ο. Οι ολίγοι, εξαθλιωμένοι, απομονωμένοι διεθνώς και σπαρασσόμενοι μεταξύ τους Έλληνες, έχουν να αντιμετωπίσουν σε ένα πραγματικά άνισο αγώνα, ύστερα από έξι σκληρά χρόνια, δυνάμεις πολλαπλασίως υπέρτερες, που είχε επιστρατεύσει η αυτοκρατορία εναντίον τους, από τα Βαλκάνια, την Μικρά Ασία, τη Μέση Ανατολή, τη Βόρεια Αφρική, ακόμη και από τη δυτική Ευρώπη.
9ο. Ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ Πασάς, που συνδράμει με το στόλο και τον πολυπληθή στρατό του τους Οθωμανούς, έχει ήδη σαρώσει στο πέρασμά του την αντίσταση στην Κρήτη και την Πελοπόννησο όπου ελάχιστες εστίες απομένουν ελεύθερες, όπως στα Σφακιά, στη Μάνη η οποία τον απέκρουσε επιτυχώς τρεις φορές, σε κάποια νησιά του Σαρωνικού ή κάποιες μεμονωμένες οχυρές τοποθεσίες και κάστρα όπως της Μονεμβασίας.
10ο. Λίγο μετά την πτώση της Αθήνας και τον θάνατο του Καραϊσκάκη, η κατάσταση στο στρατόπεδο των Ελλήνων ήταν δραματική. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Ναύπλιο είχε ξεσπάσει νέος εμφύλιος. Η μία πλευρά είχε οχυρωθεί στο Παλαμήδι και η άλλη στην Ακροναυπλία και αντάλλασσαν πυρά.
Και τέλος ποιος να ασχοληθεί μέσα σε αυτό το χάος, με το δύστυχο Μεσολόγγι που εν τω μεταξύ, πέφτει ηρωικά και το αίμα χιλιάδων, αγωνιστών, γυναικών, παιδιών και αμάχων ρέει σαν ποτάμι.
Ποιος θα περίμενε ύστερα από όλα αυτά ότι είχε απομείνει έστω και μια μικρή ελπίδα;
«Ωραία Ελλάδα!
Αθάνατη κι ας μην υπάρχεις πια,
κατάχαμα πεσμένη, αλλά μεγάλη.
Ποιος θα συνάξει κάτω από την σημαία σου
τα διασκορπισμένα παιδιά σου; »
Λόρδος Βύρων
Και όμως.
Η πτώση και η θυσία του Μεσολογγίου, το σθένος των αγωνιστών που πολεμούν μέχρις εσχάτων, έστω και ένας εναντίον εκατό, δεν πάνε χαμένα.
Οι φρικαλεότητες των Οθωμανών, ξεσηκώνουν την διεθνή κοινή γνώμη, το κίνημα των Φιλελλήνων φουντώνει, οι κυβερνήσεις σταδιακά απεγκλωβίζονται από την αδιαφορία ή την ουδετερότητα και βλέπουν με συμπάθεια τον δίκαιο αγώνα των Ελλήνων.
Η διπλωματική ανάμιξη της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας και η ένοπλη παρέμβασή τους εν τέλει, με τη ναυμαχία του Ναυαρίνου, τη γαλλική εκστρατεία του Μοριά και το ρωσοτουρκικό πόλεμο, συνέβαλαν τα μέγιστα στην επιτυχή έκβαση του αγώνα, αναγκάζοντας την Πύλη να αποσύρει τις δυνάμεις της αρχικά από την Πελοπόννησο και έπειτα από τη Στερεά Ελλάδα.
Το 1827 επιλέχτηκε ως πρώτος Κυβερνήτης της Ελληνικής Πολιτείας ο Ιωάννης Καποδίστριας, που ως τη δολοφονία του το 1831 ασχολήθηκε με την αναδιοργάνωση στο εσωτερικό και την προώθηση των ελληνικών θέσεων στο εξωτερικό.
Από το 1827 και εξής συνομολογήθηκε μια σειρά συνθηκών και τελικά η ελληνική ανεξαρτησία αναγνωρίστηκε το 1830 με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου.
Τα σύνορα του νέου κράτους οριστικοποιήθηκαν το 1832 στη γραμμή Αμβρακικού-Παγασητικού και αναγνωρίστηκαν τον ίδιο χρόνο με τη συνθήκη της Κωνσταντινούπολης.
Το μεγάλο θαύμα, της αποτίναξης του ζυγού και της δημιουργίας ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, είχε ήδη γίνει.
Πολλοί ιστορικοί όμως, ιδίως στις μέρες μας, στην προσπάθειά τους να ερμηνεύσουν όλα αυτά τα γεγονότα, φτάνουν πολλές φορές σε ακρότητες, προσπαθώντας να απομυθοποιήσουν τις ηγετικές φυσιογνωμίες του αγώνα, παρουσιάζοντάς τους, με τις αδυναμίες τους, τα πάθη τους, τις μικροπρέπειές τους πολλές φορές, την αμορφωσιά τους ή τον πρωτογονισμό τους σε ορισμένες περιπτώσεις.
Δεν είναι πάντα ψέματα αυτά που παρουσιάζονται και μερικούς από εμάς ίσως μας σοκάρουν κάποιες αποκαλύψεις για πτυχές της προσωπικότητας των αγωνιστών, μιας και είχαμε από μικροί εξιδανικεύσει τους λεγόμενους ήρωες της Ελληνικής επανάστασης.
Όμως με αυτή τη στείρα προσέγγιση δεν είναι δυνατό να ερμηνευτεί το μέγα θαύμα της Ελληνικής επανάστασης, αφού πολλές φορές λησμονείται, το γεγονός ότι κατά τις κρίσιμες στιγμές οι γήινοι και απλοί κατά τα άλλα αυτοί άνθρωποι, έκαναν την ύστατη υπέρβαση και έφτασαν στα επίπεδα του ημίθεου, δίνοντας τα πάντα, ακόμη και τη ζωή τους για την πατρίδα, όπως το έλεγε η καρδιά τους που χτυπούσε το ίδιο, όπως αυτή των αρχαίων Ελλήνων προγόνων τους.
- Πως μπορεί να ερμηνευτεί, για να αναφέρω κάποια όχι τόσο γνωστά γεγονότα, η προσφορά του μεγαλύτερου μέρους της περιουσίας για τον αγώνα, του εμπόρου Παναγιώτη Σέκερη και τόσων άλλων που εν τέλει πέθαναν πάμπτωχοι;
- Πως μπορεί να ερμηνευτεί η τελευταία επιθυμία του Υψηλάντη, που ύστερα από επτά χρόνια στις φυλακές των Αυστριακών, πριν πεθάνει, ζήτησε να του ξεριζώσουν την καρδιά και να την μεταφέρουν στην ελεύθερη Ελλάδα, όπως και έγινε εκ των υστέρων;
- Πως μπορεί να ερμηνευτεί, η εκούσια θυσία του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε΄ που κρεμάστηκε από τον όχλο, προσφέροντας τη ζωή του, με την ελπίδα να σώσει εάν ήταν δυνατό τον Ελληνισμό της Πόλης;
- Πως ερμηνεύεται το γεγονός ότι τόσοι και τόσοι επώνυμοι ή ανώνυμοι μάρτυρες προτίμησαν τον θάνατο από το να αλλαξοπιστήσουν;
Τέλος για να γίνουν κατανοητά όλα αυτά θα κάνω μερικές χαρακτηριστικές αναφορές σε γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην περιοχή μας, τα οποία αποτελούν επίρρωση όλων των παραπάνω.
Λίγο πριν την επανάσταση κατά το 1797, επισκέφτηκε τη Μονεμβασία ο Γάλλος αρχιτέκτονας Castellan, ο οποίος εξέδωσε στη συνέχεια σε βιβλίο τις εντυπώσεις του από την περιοχή μας.
Τι θα περίμενε λοιπόν κανείς, να γράψει ένας περιηγητής για την πόλη και την περιοχή της, αυτή τη ζοφερή περίοδο, αφού μετά την αποτυχημένη επανάσταση των Ορλωφικών το 1770, η Μονεμβασία και όλη σχεδόν η Πελοπόννησος, βρίσκεται στο χειρότερο σημείο της ιστορίας της;
Και όμως είναι εντυπωσιακό έως απίστευτο το πόσο όμορφα πράγματα λέει ο Castellan, για τη Μονεμβασία και τους κατοίκους της:
«Αυτοί οι Έλληνες είναι ο πιο χαρούμενος, αξιαγάπητος και δραστήριος λαός.
Διασχίζουν τη Μεσόγειο με τους εμπορικούς τους στόλους και είναι δημιουργοί, μεσάζοντες και έμποροι του λιανικού εμπορίου της ανατολής.
Καλλιεργούν τις τέχνες με ενθουσιασμό.
Έχουν ποιητές, ζωγράφους, μουσικούς.
Δεν ξεχνούν μάλιστα ποτέ το αρχαίο τους μεγαλείο.
Θυμούνται τον Όμηρο και τον διαβάζουν, ενώ τα μεγάλα ονόματα των προγόνων τους, τους κάνουν να ριγούν από υπερηφάνεια»
Το πνεύμα της Μονεμβασίας, το πνεύμα της Ελλάδας είναι ακόμη ζωντανό, οι δεσμοί με την αρχαία Ελλάδα δεν έχουν σβήσει, η πίστη μένει ακλόνητη, το σαράκι της ελευθερίας τρώει ακόμη τις καρδιές των κατοίκων, αυτών των απλών, των φτωχών, των εξαθλιωμένων κατοίκων της επαρχίας μας, όπως και όλης της Ελλάδας.
- Το 1816 ο Ιωάννης Τουρκολέκκας, 11 χρονών τότε, μαζί με τον πατέρα του και τον Αναγνώστη, γιό του αγωνιστή του Πάρνωνα Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στην Μονεμβασία όπου και εκτελέστηκαν από τις Τουρκικές αρχές σαν επαναστάτες.
Αποκεφαλίστηκαν όλοι μπροστά στην αυλή του Ελκόμενου Χριστού στην κεντρική πλατεία της Μονεμβασίας, πρώτα ο Αναγνώστης και ο πατέρας του Ιωάννη.
Για το μαρτυρικό τέλος του, γράφει, σχετικά ο αδελφός του, ο περίφημος Νικηταράς: «Στον αδελφό μου πρότειναν ν’ αλλάξει την πίστη του. Του δείχνουν τον σκοτωμένο πατέρα του και του λέγουν κάθησε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Του ξαναλέγουν· γίνε Τούρκος. Το παιδί όμως ξανακάνει το σταυρό του. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Πήραν τα κεφάλια τους στην Τριπολιτσά»
Η σφαγή και των τριών έγινε στις 16 Οκτωβρίου 1816, έξω από τον Ιερό Ναό του «Ελκομένου Χριστού» στην Μονεμβασία.
Εδώ, στο δάπεδο της αυλής του Ναού, το αίμα του Ιωάννη, σχημάτισε Σταυρό και ο μικρός Ιωάννης αναγνωρίστηκε αργότερα από την εκκλησία ως άγιος παιδομάρτυρας.
Το σημείο του Σταυρού, το οποίο σχημάτισε στο δάπεδο της αυλής του Ναού μας το αίμα του Αγίου Ιωάννη, έγινε σύμβολο για τον αγώνα της ελευθερίας των υποδούλων Ελλήνων και τόπος προσκυνήματος.
- Επίσης εδώ έξω στην κεντρική ρούγα, κατά το θέρος του 1821, έσερναν οι αιμοδιψείς Μπαρδουνιώτες την κυρά Βενέτα μαζί με τα παιδιά της, απειλώντας τη με θάνατο, με σκοπό να την κάνουν να προδώσει τον Παναγιωτάκη Καλογερά, τον αρχιερέα θα έλεγα της αντίστασης και της απελευθέρωσης της Μονεμβασίας από τους Τούρκους;
- Ποιος σκεπτικιστής μπορεί να ερμηνεύσει το σθένος, ενός παιδιού 11 χρονών ή μιας άσημης και αμόρφωτης κοπέλας της Μονεμβασίας, που αψηφούν το θάνατο και δεν προδίδουν, στο όνομα της πατρίδας και της ελευθερίας;
- Ποιος σκεπτικιστής μπορεί να αναιρέσει το μέγεθος της θυσίας του μητροπολίτη Μονεμβασίας Χρύσανθου που πέθανε κρατούμενος στις φυλακές της Τρίπολης;
Μόνο όσοι έχουν κατανοήσει το βάθος του Ελληνικού πνεύματος ανά τους αιώνες, θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν αυτά τα θαύματα.
Όπως είχε αναφέρει το 1540, σε αυτή την συγκινητική επιστολή του, που αποτελεί αθάνατο ύμνο στην πατρίδα, ο μητροπολίτης Μονεμβασίας Μητροφάνης, προτρέποντας τας τους συμπατριώτες του να αντισταθούν σε κάθε επιβουλή της ελευθερίας τους:
«…κρείσσον συν τη πατρίδι θανείν… ότι ου γαρ υπέρ χρημάτων, ουχ υπέρ δόξης, ουχ υπέρ άλλου τινός πολεμούμε, αλλ’ υπέρ του προπατορικού κτήματος της προσφιλεστάτης πατρίδος..».
Νεκτάριος Μαστορόπουλος, Εκπαιδευτικός