Του Κώστα Δεληγιάννη
Την αισιοδοξία πως το ναυάγιο των Αντικυθήρων θα φέρει στο φως έναν πολύτιμο γενετικό «θησαυρό», ο οποίος βρίσκεται στα υπολείμματα του νέου σκελετού που βρέθηκε στα τέλη Αυγούστου, εκφράζουν οι επιστήμονες που συμμετείχαν στην πρόσφατη ανασκαφική αποστολή στο σημείο.
Η αποστολή πραγματοποιήθηκε από τις 28 Αυγούστου μέχρι τις 14 Σεπτεμβρίου, από την ομάδα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και του αμερικάνικου Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου Woods Hole, η οποία εντόπισε μεταξύ άλλων τα κατάλοιπα ενός άγνωστου έως σήμερα σκελετού, όπως τμήματα του κρανίου, μακρά και μικρότερα οστά.
Μόλις δοθεί η άδεια από τις ελληνικές αρχές, δείγματα από τον σκελετό θα μεταφερθούν για εξέταση στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Δανίας στην Κοπεγχάγη, στο εργαστήριο του Δρος Χανς Σρέντερ, ο οποίος είναι ειδικός στην ανάλυση αρχαίου γενετικού υλικού.
Ο Σρέντερ ελπίζει πως στα οστά έχει διατηρηθεί αρκετή ποσότητα γενετικού υλικού, ώστε να μπορεί να αναλυθεί. Σε μία τέτοια περίπτωση, εκτός από το φύλο, θα προκύψουν σημαντικά στοιχεία τα οποία θα επιτρέψουν στους επιστήμονες να «γνωρίσουν» καλύτερα τον άνθρωπο που εγκλωβίστηκε στο ναυάγιο, δηλαδή την καταγωγή του και φυσικά χαρακτηριστικά όπως το χρώμα των ματιών και των μαλλιών του, ενώ θα μπορέσουν να «σκιαγραφήσουν» το βιοτικό του επίπεδο.
Όπως αναφέρει ο επιστήμονας στο περιοδικό Nature, τα τελευταία χρόνια η ανάλυση DNA σχετικά πρόσφατης «ηλικίας» έχει δείξει ότι οι γενετικές ποικιλομορφίες ανάμεσα στους διαφορετικούς πληθυσμούς αντικατοπτρίζουν τη γεωγραφική τους προέλευση. Έτσι, μαζί με συναδέλφους του έχει αρχίσει να διερευνά αν και οι ποικιλομορφίες σε αρχαίο γενετικό υλικό αποκαλύπτουν μετακινήσει πληθυσμών πριν από χιλιάδες χρόνια.
Ο Δρ Στέρντερ βρέθηκε στα Αντικύθηρα λίγα 24ωρα μετά την 31η Αυγούστου, όταν εντοπίστηκε ο σκελετός, για να κάνει έναν προκαταρκτικό έλεγχο των ευρημάτων. Όπως αναφέρει στο περιοδικό Nature, πριν φτάσει ήταν επιφυλακτικός για την κατάσταση στην οποία θα βρίσκονταν τα οστά.
Ωστόσο, μία ευχάριστη έκπληξη τον περίμενε όταν τα εξέτασε από κοντά, βλέποντας πως βρίσκονται σε καλή κατάσταση. «Δεν έδειχναν να έχουν ηλικία 2.000 ετών», λέει χαρακτηριστικά στο Nature.
Εξετάζοντας τα τμήματα του κρανίου, διαπίστωσε πως οι αρχαιολόγοι είχαν βρει και τα δύο λιθοειδή οστά, που βρίσκονται στην περιοχή πίσω από τα αφτιά και στα οποία το DNA διατηρείται καλύτερα απ’ ό,τι σε άλλα μέρη του σκελετού ή τα δόντια. «Αν έχει διατηρηθεί γενετικό υλικό, τότε με βάση όσα γνωρίζουμε, θα πρέπει να εντοπιστεί εκεί», σημειώνει.
Ο συγκεκριμένος σκελετός είναι ο πέμπτος που ανακαλύπτεται μέχρι στιγμής στο σημείο, αφού είχαν ήδη βρεθεί οστά από τέσσερα διαφορετικά άτομα, κατά τις έρευνες των ετών 1900 – 1901 και 1976. Το γεγονός αυτό είναι αρκετά σπάνιο για αρχαίο ναυάγιο, αφού αν τα σκελετικά υπολείμματα δεν καλυφθούν γρήγορα από άμμο ή κάποιο άλλο υλικό, με την πάροδο των αιώνων θα διαβρωθούν από το νερό της θάλασσας.
Ο επικεφαλής του εργαστηρίου στη Κοπεγχάγη λέει πως, αφότου τα δείγματα φτάσουν στο εργαστήριό του, θα χρειασθεί περίπου μία εβδομάδα για να διαπιστώσει αν μπορεί ίντως να γίνει γενετική ανάλυση. Στην περίπτωση που η απάντηση είναι θετική, τα αποτελέσματα θα έχουν ολοκληρωθεί μέσα σε 2-3 εβδομάδες.
Στο μεταξύ, η αρχαιολογική ομάδα που ερευνά το ναυάγιο σχεδιάζει σε επόμενες αποστολές να αναζητήσει και νέα υπολείμματα του πέμπτου σκελετού, τα οποία ενδεχομένως βρίσκονται ακόμη θαμμένα στην άμμο.
Πηγή: naftemporiki.gr