Κυριακή πρωί και στη ζέστη του καλοκαιριού, αποφασίζω μετά τους Μολάους που ήμουν, να μην επισκεφθώ για άλλη μια φορά το κάστρο της Μονεμβασίας ή τη δημοφιλή Ελαφόνησο, αλλά να κατευθυνθώ προς το απομονωμένο κομμάτι της Λακωνίας, που ενώ ανήκει στο Δήμο Μονεμβασίας, ο πολύς ο κόσμος δεν το έχει ανακαλύψει ακόμη.
Έτσι από τους Μολάους μετά από αλλεπάλληλες στροφές μισής ώρας φθάνω στη Ρειχιά, ένα μικρό οικισμό και ακολουθώ τις πινακίδες για να βουτήξω σε μια από τις καλύτερες παραλίες της Πελοποννήσου, τη Βλυχάδα. Το μόνο δίλλημα μου ήταν καθώς κατευθύνομαι στον στενό δρόμο μόλις βγω από το χωριό, αν θα επιλέξω δεξιά το Μπαλογκέρι, την παραλία με τα βαθειά μπλε νερά που μοιάζει σαν πισίνα, που όμως μετά από χωματόδρομο έχει κατάβαση από μονοπάτι ή τη Βλυχάδα αριστερά. Ταμπέλα δεν υπήρχε, παρά μόνο ο ταξιδιωτικός οδηγός που είχα μαζί μου και έλεγε που να κατευθυνθώ.
Μετά από κατάβαση σε καλό δρόμο δίπλα στον γκρεμό, φθάνω στην παραλία της Βλυχάδας, που αν και Κυριακή Αυγούστου, ζήτημα να είχε είκοσι άτομα το πολύ. Πεντακάθαρα γαλαζοπράσινα νερά και η αίσθηση της απομόνωσης να κυριαρχεί. Μόνο μια μικρή καντίνα και λίγες ψάθινες ομπρέλες. Το τοπίο καταπράσινο σε ένα σκηνικό που σε κάνει να ξεχνάς τι βρίσκεται πιο πέρα.
Μετά από δύο ώρες μέσα στο νερό, αποφασίζω να πάω προς το Κυπαρίσσι, που τόσα είχα ακούσει για αυτό. Μισή ώρα διαδρομή και αφού περάσω τον Χάρακα και μετά από στροφές δίπλα στον γκρεμό, ανάμεσα στους βράχους και με σπάνια πουλιά να πετούν στις βαθιές χαράδρες, βλέπω από ψηλά την απέραντη θάλασσα, το Μυρτώο, με τον Πάρνωνα επιβλητικό να το επισκιάζει με τους βράχους του, τοπίο που είναι και ενταγμένο στο δίκτυο Natura 2000, ως τόπος φιλοξενίας αρπακτικών πουλιών.
Και κάπου εκεί, λίγο μετά διακρίνω τα πρώτα σπίτια, το Κυπαρίσσι. Εκεί που ως τη δεκαετία του εβδομήντα δεν υπήρχε καν δρόμος. Απομονωμένο που σήμερα επιλέγουν celebrities και επιχειρηματίες για τις διακοπές τους. Μπαίνω στη Βρύση, τον άνω οικισμό του Κυπαρισσιού, με τα στενά δρομάκια και κατεβαίνοντας με στροφές τον στενό δρόμο που δυο αμάξια δε χωρούν, έχοντας στα δεξιά μου την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου του 1893 και μετά το δημοτικό σχολείο των αρχών του 1900, φθάνω στο μικρό λιμανάκι, με την Αγία Τριάδα πιο κάτω και την παραλία μπροστά στα σπιτάκια, τη Μικρή Άμμο.
Από την προβλήτα με τα καφέ που βλέπεις τα σπίτια μπροστά στην παραλία σαν καρτ ποστάλ, περπατώ ως το τέλος της Μικρής Άμμου, προς το ομορφότερο οίκημα του χωριού, το Πυργάκι, που ήταν ο λιμενικός σταθμός και βλέπω τις κρυφές παραλίες στην άκρη κάτω από τα βράχια και ανεβαίνω στα σκαλοπάτια από πίσω για να θαυμάσω όλο το Κυπαρίσσι, κάτω από την κατάφυτη πλαγιά.
Μετά φεύγω για βουτιά στη μεγάλη παραλία, τη Μεγάλη Άμμο, που είναι τόσο μεγάλη, που βρίσκεις πάντα το δικό σου σημείο για να απομονωθείς, στα βαθιά κρύα καταγάλανα νερά και βότσαλο στην παραλία, έχοντας ως θέα τον γραφικό οικισμό, που βρίσκεται στην μικρή παραλία λίγο παραδίπλα.
Λίγο πιο κάτω, η Μητρόπολη, αλλά και το λιμανάκι του Αγίου Νικολάου, το οποίο βρίσκεται απέναντι από την παραλία της Αγίας Κυριακής, εκεί όπου δένουν πολλές φορές τα σκάφη.
Το Κυπαρίσσι στην αρχαιότητα ονομαζόταν «Κύφαντα», λόγω της μορφολογίας της περιοχής, με τις απότομες χαράδρες, γνωστό για τα πηγαία νερά του, με το Ασκληπιείο, στη Βρύση, το Βυζαντινό κάστρο, στην περιοχή Καστέλλι, και την αρχαία πόλη των Κυφάντων, σημερινή Παλαιοχώρα, στην πλαγιά του βουνού.
Ευτυχώς, ακόμη και σήμερα, το Κυπαρίσσι παραμένει μακριά από την πολυκοσμία και το μαζικό τουρισμό, δίνοντάς σου την αίσθηση της απομόνωσης, εκεί κάπου ανάμεσα στη Λακωνική και την Αρκαδική γη, σε ένα παραθαλάσσιο χωριό της ηρεμίας και της απομόνωσης, που δύσκολα συναντάς κάπου αλλού.
Νεκτάριος Καλαντζής, Οικονομολόγος, Κοινωνιολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος του Δήμου Παλλήνης