Παρέμβαση του Συνδέσμου Φιλολόγων Λακωνίας για την πρόταση κατάργησης των Αρχαίων

1.6.2016_Πανεπιστημιακές αντιδράσεις για την πρόταση περί κατάργησης των Αρχαίων

Ο Σύνδεσμος φιλολόγων Λακωνίας, εκφράζει την έντονη ανησυχία του, στην οποιαδήποτε σκέψη περί κατάργησης της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο, έτσι όπως αυτό φάνηκε από την πρόταση 56 πανεπιστημιακών δασκάλων.

Με επιστολή του προς τον Υπουργό Παιδείας, κ. Νίκο Φίλη, την οποία υπογράφουν ο Πρόεδρος κ. Δημήτριος Θ. Βαχαβιώλος, δ.Φ. και η Γ. Γραμματέας κυρία Χριστίνα Κοτρότσου, M.Sc., ο Σύνδεσμος Φιλολόγων επισημαίνει τα πολλαπλά ωφέλη που προκύπτουν από την εκμάθηση της γλώσσας, πόσο μάλλον των Αρχαίων Ελληνικών, τονίζοντας χαρακτηριστικά: «Η διεύρυνση της σκέψης, η διανοητική ανάπτυξη των παιδιών, η σύνδεση με την εθνική και παγκόσμια κληρονομιά, αποτελούν βασικούς εκπαιδευτικούς στόχους, που πραγματώνονται με την εξοικείωση του μαθητή με διαχρονικά κείμενα της γλώσσας μας».

Διαβάστε ολόκληρη την επιστολή:

«Αξιότιμε κ. Υπουργέ,

Πριν από λίγες ημέρες αναρτήθηκε στο διαδίκτυο πρόταση 56 πανεπιστημιακών δασκάλων που αφορά στην κατάργηση της διδασκαλίας του μαθήματος της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο και στην αντικατάστασή της με την αύξηση των ωρών διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών και των Αρχαίων Ελληνικών Κειμένων από μετάφραση.

Συγκεκριμένα, οι 56 καθηγητές στο κείμενο που συνυπογράφουν ισχυρίζονται τα εξής:

  • Από το 1992 και εξής, οπότε σταδιακά υπονομεύτηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976 που, βάσει επιστημονικών γλωσσολογικών και παιδαγωγικών κριτηρίων, θέσπιζε την κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο, οι ώρες διδασκαλίας της Αρχαίας Ελληνικής από το πρωτότυπο συνεχώς αυξάνονται με παράλληλη μείωση των ωρών διδασκαλίας της Νέας Ελληνικής Γλώσσας.
  • Σήμερα η Αρχαία Ελληνική Γλώσσα από το πρωτότυπο διδάσκεται 3 ώρες εβδομαδιαίως ανά τάξη και 2 ώρες τα Αρχαία από μετάφραση, ενώ η Νέα Ελληνική Γλώσσα (μαζί με την παραγωγή κειμένων) μόνο 2 ώρες!
  • Τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής είναι αποθαρρυντικά για τη γλώσσα και την εκπαίδευση γενικότερα των παιδιών μας.
  • Δεν καλλιεργείται επαρκώς η Νέα Ελληνική Γλώσσα με το ισχύον ωρολόγιο πρόγραμμα, ενώ παράλληλα νοθεύεται το γλωσσικό αίσθημα των παιδιών που κάνουν διαρκώς αυθαίρετες αναγωγές και συγκρίσεις με την αρχαία και μάλιστα με την αττική γλώσσα, που είναι τόσο απομακρυσμένη από τη σύγχρονη γλώσσα.
  • Αυτό πλήττει ακόμη περισσότερο τους πολλούς αλλόγλωσσους μαθητές που φοιτούν στο ελληνικό σχολείο και δεν έχουν γλωσσικό αίσθημα όσον αφορά στη Νεοελληνική, αλλά και μαθητές που προέρχονται από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα.
  • Όπως είναι γνωστό, η γλώσσα μαθαίνεται με τη χρήση της και όχι με τη γνώση της ιστορίας της και της ετυμολογίας των λέξεων.
  • Και η συστηματική χρήση και η μελέτη της Νεοελληνικής περιορίστηκε δραματικά στο σημερινό σχολείο, όταν πλέον είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο ότι η καλή γνώση και χρήση της γλώσσας συμβάλλει στην καλλιέργεια όλων των γνωστικών αντικειμένων.
  • Είναι επίσης γνωστό ήδη από την εποχή του Saussure πως η γλώσσα μπορεί να μελετηθεί (και άρα να διδαχτεί) αποτελεσματικά στη συγχρονία της, και μάλιστα στη σύγχρονη μορφή της, πράγμα που συμβαίνει με όλες τις σύγχρονες γλώσσες, σε όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα.
  • Η γνώση της σύγχρονης μορφής της γλώσσας επιτρέπει στους ομιλητές τον επαρκή χειρισμό της.
  • Τα αποτελέσματα του περιορισμού της διδασκαλίας της νεοελληνικής καταδεικνύονται στα αποθαρρυντικά αποτελέσματα των ελληνικών σχολείων στους διαγωνισμούς του προγράμματος PISA.
  • Οι διδάσκοντες (βλ. έρευνες Κελπανίδη, Τσάφου) και οι μαθητές (βλ. αναφορές Συμεωνίδη και Γκαρμπούνη) στη μεγάλη τους πλειονότητα δείχνουν απαρέσκεια για το μάθημα και δεν κατανοούν γιατί το διδάσκουν/διδάσκονται.
  • Αυτό εξηγεί, ανάμεσα στα άλλα, και την αποτυχία των περισσότερων μαθητών στο συγκεκριμένο μάθημα.
  • Οι μαθητές του Γυμνασίου μετά από τρία χρόνια διδασκαλίας δεν κατορθώνουν να μεταφράσουν ένα απλό αδίδακτο αρχαίο κείμενο, αλλά ούτε και εντρυφούν στο νόημα όσων πρωτότυπων κειμένων διδάσκονται.
  • Αυτό πλήττει την ουσία αλλά και την οριζόμενη σύμφωνα με τα Αναλυτικά Προγράμματα σκοποθεσία του μαθήματος.
  • Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα που πλήττουν την αποτελεσματικότητα της ελληνικής εκπαίδευσης στον σύγχρονο κόσμο προτείνεται η κατάργηση της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο στο Γυμνάσιο και η αντικατάσταση του από τη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών, καθώς και Αρχαίων Ελληνικών κειμένων από μετάφραση.
  • Το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών από το πρωτότυπο θα μπορούσε να προσφέρεται ως μάθημα επιλογής στη Γ΄ Γυμνασίου, για όσα παιδιά ενδιαφέρονται πραγματικά να το παρακολουθήσουν.

Οι ενστάσεις μας στο συγκεκριμένο κείμενο διαμορφώνονται ως εξής:

  1. Η παρατήρηση ότι τα Αρχαία Ελληνικά διδάσκονται 3 ώρες εβδομαδιαίως σε αντίθεση με τα Νέα Ελληνικά που διδάσκονται μόλις 2 είναι μόνο εν μέρει σωστή, καθώς δεν υπάρχει αναφορά στη διδασκαλία των κειμένων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, μάθημα που διδάσκεται 2 ώρες εβδομαδιαίως (μάλλον οι συνυπογράφοντες δεν γνωρίζουν το ωρολόγιο πρόγραμμα των γυμνασίων). Στην προκειμένη περίπτωση, όμως, οι πανεπιστημιακοί θα έπρεπε να ζητούν την αύξηση των ωρών διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών και όχι την κατάργηση των Αρχαίων! Η ύπαρξη του μαθήματος δεν εμποδίζει την αύξηση των ωρών διδασκαλίας των Νέων Ελληνικών. Υπενθυμίζουμε, στο σημείο αυτό, τη μείωση των ωρών διδασκαλίας της Νεοελληνικής Γλώσσας της Α΄ γυμνασίου από 3 ώρες σε 2 (2014) και της Λογοτεχνίας στη Γ΄ Λυκείου από 2 ώρες σε 1 (2015), καθώς και την κατάργηση της διδασκαλίας του Επιταφίου λόγου του Περικλέους στην Γ΄ Λυκείου. Οι συγκεκριμένοι πανεπιστημιακοί δεν πήραν τότε θέση, για να στηρίξουν τη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών, για την οποία τώρα κόπτονται.
  2. «νοθεύεται το γλωσσικό αίσθημα των παιδιών». Πώς είναι δυνατόν να νοθεύεται το γλωσσικό αίσθημα των παιδιών με τη γνώση της ετυμολογίας των λέξεων, γνώση που προσφέρει το μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών και να μην τους προκαλείται σύγχυση, όταν διδάσκονται ξένες γλώσσες μόλις από την πρώτη τάξη δημοτικού και μάλιστα από τη στιγμή που δεν έχουν αποκτήσει γενική γνώση της μητρικής τους γλώσσας, ώστε να μπορέσουν να αφομοιώσουν μία ξένη γλώσσα;
  3. «μάλιστα με την αττική γλώσσα, που είναι τόσο απομακρυσμένη από τη σύγχρονη γλώσσα». Η γλώσσα υπάρχει στη συνέχειά της και είναι διαχρονική και μία, η ελληνική. Γλώσσα πολύμορφη και πολυποίκιλη, η γλώσσα των λογοτεχνικών κειμένων –δημοτική ή καθαρεύουσα-, η γλώσσα των εκκλησιαστικών κειμένων, σε κάθε της έκφανση τονίζει τη διαχρονική της διάσταση και ως τέτοια πρέπει να διδάσκεται.
  4. τους διαγωνισμούς του προγράμματος PISA. To συγκεκριμένο πρόγραμμα αγνοεί τα δεδομένα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων κάθε χώρας και διεξάγεται με κριτήρια που τίθενται από τους διοργανωτές. Τα συστήματα άλλων χωρών είναι δομημένα στο οικονομοτεχνικό μοντέλο, σε αντίθεση με το ελληνικό, μέχρι στιγμής τουλάχιστον.
  5. «Οι διδάσκοντες (βλ. έρευνες Κελπανίδη, Τσάφου) και οι μαθητές (βλ. αναφορές Συμεωνίδη και Γκαρμπούνη) στη μεγάλη τους πλειονότητα δείχνουν απαρέσκεια για το μάθημα και δεν κατανοούν γιατί το διδάσκουν/διδάσκονται». Η αναφερόμενη απαρέσκεια για τα σχολικά μαθήματα δεν αφορά μόνο στα Αρχαία Ελληνικά αλλά σε όλα, σχεδόν, τα μαθήματα. Θα έπρεπε να αναζητηθούν οι αιτίες του προβλήματος αντί να προτείνεται αβασάνιστα η κατάργηση του συγκεκριμένου μαθήματος. Οι απαιτήσεις των σχολικών βιβλίων του Γυμνασίου, πράγματι, είναι τέτοιες που δυσκολεύουν τους μαθητές και τους αποθαρρύνουν. Αυτό όμως αποτελεί μια πραγματικότητα που χρήζει άλλης αντιμετώπισης, (π.χ. αλλαγή των σχολικών εγχειριδίων, διαφορετικός τρόπος διδασκαλίας) και δεν συνδέεται με την ύπαρξη ή μη του μαθήματος στο ωρολόγιο πρόγραμμα των σχολείων. Αναρωτιόμαστε, επιπλέον, σε ποια εκπαιδευτικά συστήματα ανά τον κόσμο τα διδακτικά αντικείμενα έχουν την αποδοχή των μαθητών ή τίθενται στην επιλογή τους;
  6. «αδυνατούν να μεταφράσουν ένα απλό αδίδακτο αρχαίο κείμενο». Στόχος της διδασκαλίας του μαθήματος των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο είναι οι μαθητές να κατανοήσουν τη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας και όχι να είναι σε θέση να μεταφράζουν άγνωστα κείμενα μετά την αποφοίτησή τους. Επιγραμματικά, αναφέρουμε ότι στόχοι της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών στο Γυμνάσιο είναι η επαφή με την πνευματική δημιουργία των Ελλήνων, με την οποία συνδέεται άρρηκτα ο ελληνικός πολιτισμός, η βάση του σύγχρονου Δυτικού πολιτισμού, η εκτίμηση της λογοτεχνικής αξίας των έργων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων μέσα από τη γνώση της δομής της γλώσσας χωρίς τη μεσολάβηση του μεταφραστή, η αίσθηση της αρμονίας, της ακρίβειας και της ποικιλίας της γλώσσας, η όξυνση του νου (βιβλίο καθηγητή Α’ Γυμνασίου : http://www.pi-schools.gr/books/gymnasio/arxaia_a/kath_3_20.pdf, σελ.8.)
  7. «…πολλούς αλλόγλωσσους μαθητές που φοιτούν στο ελληνικό σχολείο και δεν έχουν γλωσσικό αίσθημα όσον αφορά τη νεοελληνική, αλλά και μαθητές που προέρχονται από μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα.» Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι η συντριπτική πλειονότητα των γηγενών μαθητών φοιτά στα δημόσια σχολεία. Επιπροσθέτως, το ωρολόγιο πρόγραμμα των σχολείων καταρτίζεται κυρίως με βάση τις ανάγκες των γηγενών μαθητών και όχι των αλλόγλωσσων. Για τους αλλοδαπούς μαθητές, βεβαίως και θα πρέπει να ληφθεί άλλου είδους μέριμνα, όπως για παράδειγμα η παράλληλη στήριξη, ώστε να μπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις του σχολείου, όχι όμως η κατάργηση των Αρχαίων Ελληνικών!
  8. Τέλος, η Αρχαία Ελληνική διδάσκεται, όχι τυχαία ασφαλώς, σε πλείστα μέρη του κόσμου και είναι ενταγμένη ως βασικό μάθημα στο ωρολόγιο πρόγραμμα των δημοσίων σχολείων πολλών Ευρωπαϊκών χωρών και όχι μόνο. Στην Αγγλία, μάλιστα, υπάρχει η σκέψη να αρχίσει η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών από το Δημοτικό, ώστε τα παιδιά να μάθουν τον τρόπο να σκέφτονται και να κάνουν καλύτερη χρήση της μητρικής τους γλώσσας (http://xenesglosses.eu/2013/09/aggliatha-mathoume-arxaia-ellinika-gia/)

Τέλος, θα θέλαμε να τονίσουμε ότι οι δάσκαλοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα όφειλαν να γνωρίζουν τις πολλαπλές ωφέλειες που προκύπτουν από την εκμάθηση της γλώσσας, πόσο μάλλον των Αρχαίων Ελληνικών στη  διαχρονία τους. Η διεύρυνση της σκέψης, η διανοητική ανάπτυξη των παιδιών, η σύνδεση με την εθνική και παγκόσμια κληρονομιά, αποτελούν βασικούς εκπαιδευτικούς στόχους που πραγματώνονται με την εξοικείωση του μαθητή με διαχρονικά κείμενα της γλώσσας μας. Θα ήταν, επομένως, προτιμότερο να προβληματιστούν και να καταθέσουν προτάσεις σχετικά με την αναβάθμιση της Παιδείας και την αναζήτηση των αιτιών που οι μαθητές δεν αποκτούν γλωσσική επάρκεια από το Δημοτικό, στο οποίο άλλωστε δεν διδάσκεται η Αρχαία ελληνική Γλώσσα!

Επιπλέον η βιαστική αυτή δήλωση των πανεπιστημιακών με την οποία προτείνεται η κατάργηση διδακτικών αντικειμένων αντί για να κατατίθενται προτάσεις για τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης, προβληματίζει σοβαρά για τη χρονική περίοδο και τον τρόπο που κατατίθεται καθώς  θα μπορούσε  εύλογα να συνδεθεί με τις προθέσεις του υπουργείου να ενοποιήσει επιστημονικούς κλάδους, να μειώσει τις ώρες των φιλολογικών μαθητών, να διευρύνει την τακτική των β΄ αναθέσεων και να κάνει ελάχιστους έως μηδενικούς διορισμούς φιλολόγων! Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, για τα κίνητρα και τους στόχους αυτής της πρότασης, πολύ περισσότερο όταν οι συνυπογράφοντες αυτήν περιορίζονται στην προβολή της πανεπιστημιακής τους ιδιότητας, χωρίς όμως να αποκαλύπτουν και την ειδίκευσή τους ή το Τμήμα στο οποίο υπηρετούν. Σε κάθε περίπτωση, σας καλούμε να υπερασπιστείτε τη σφαιρικότητα των γνώσεων που το σχολείο πρέπει να παρέχει».