Κάθετα αντίθετος στη πεζοδρόμηση του κέντρου της Σπάρτης, δηλώνει με επιστολή του προς τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου, ο Τουριστικός Οργανισμός Πελοποννήσου.
Στην ανωτέρω επιστολή που υπογράφουν ο Πρόεδρος κ. Κωνσταντίνος Μαρινάκος και ο Γενικός Γραμματέας κ. Πέτρος Κουτσόπουλος, επισημαίνεται ότι η πεζοδρόμηση του χώρου που περικλείεται από τις Λεωφόρους, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και Λυκούργου και της οδού των 118, στερείται ουσιαστικού αναπτυξιακού προσανατολισμού και λαμβάνεται ερήμην της σύννομης γνώμης επαγγελματιών και κατοίκων.
Διαβάστε παρακάτω ολόκληρη την επιστολή:
«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,
Το τελευταίο διάστημα, έκπληκτοι, γινόμαστε αποδέκτες της δικαιολογημένης αγανάκτησης μελών μας, τα οποία διαμαρτύρονται εντόνως αναφορικά με το θέμα των κυκλοφοριακών παρεμβάσεων που σχεδιάζει ο Δήμος Σπάρτης το τελευταίο διάστημα και της μετατροπής κεντρικών λεωφόρων και οδών σε πεζόδρομους.
Καθόσον γνωρίζετε, η πλειονότητα των τουριστικών και εμπορικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην πόλη της Σπάρτης, βρίσκονται επί των Λεωφόρων Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και Λυκούργου και της οδού των 118.
Είμαστε πεπεισμένοι ότι, η αναπτυξιακή προοπτική της Σπάρτης, σε μεγάλο βαθμό, εξαρτάται από ουσιαστικότερα έργα τεχνικών και κοινωνικών υποδομών, έτσι ώστε να μην υπολείπεται έναντι άλλων γνωστών προορισμών της χώρας. Η δημιουργία του πολυπόθητου Αρχαιολογικού Μουσείου της Σπάρτης, η νέα είσοδος της Σπάρτης, η λειτουργία αεροδρομίου στη Σπάρτη, η διατήρηση και η περαιτέρω ανάδειξη της πολιτιστικής κληρονομιάς και του φυσικού περιβάλλοντος αλλά και η αποτελεσματική διαχείριση των απορριμμάτων, είναι ικανά συγκριτικά τουριστικά πλεονεκτήματα που ενισχύουν την πληρέστερη αναγνωρισιμότητα του τόπου, βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής των κατοίκων και κατά συνέπεια και των επισκεπτών.
Ως εκ τούτου, εκφράζουμε την πλήρη αντίθεσή μας στην απόφαση του Δήμου για την πεζοδρόμηση του κέντρου της Σπάρτης, που περικλείεται από τις Λεωφόρους, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και Λυκούργου και της οδού των 118. Τέτοιες πρακτικές, θεωρούμε ότι στερούνται ουσιαστικού αναπτυξιακού προσανατολισμού, είναι βασισμένες σε ξεπερασμένα και αναξιόπιστα επιστημονικά κριτήρια και λαμβάνουν χώρα ερήμην της σύννομης γνώμης επαγγελματιών και κατοίκων.
Κατά συνέπεια και κατά γενική ομολογία, κανένας ουσιαστικός αναπτυξιακός ή άλλος λειτουργικός λόγος δεν υπαγορεύει μια τέτοια απόφαση πεζοδρόμησης, των ήδη πεζοδρομημένων οδών, καθόσον η Σπάρτη διαθέτει πεζοδρόμια πλάτους πέντε και πλέον μέτρων, γεγονός το οποίο πολλάκις έτυχε θετικού σχολιασμού και παράδειγμα προς μίμηση για πολλές αστικές περιοχές της χώρας.
Παράλληλα, η Λεωφόρος Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, αποτελεί τμήμα της Εθνικής οδού Ε961, η οποία συνδέει το Γύθειο με τη Σπάρτη, την Τρίπολη και τον Αυτοκινητόδρομο «Μορέας». Ως εκ τούτου, αποτελεί μέρος του βασικού άξονα σύνδεσης της Νότιας Λακωνίας και εξυπηρετεί διαμπερείς κινήσεις.
Σε περίπτωση που η εν λόγω οδός πεζοδρομηθεί, τίθενται μια σειρά ερωτημάτων αλλά και μετρήσεων οι οποίες εκτιμούμε ότι θα πρέπει να γίνουν, για το ποια θα είναι η ανακατανομή της κυκλοφορίας των διερχόμενων οχημάτων (ΙΧ, βαρέων οχημάτων κλπ) στο δίκτυο της πόλης, ποιες οι επιπτώσεις στις λοιπές γειτονιές της Σπάρτης (αφού η διαμπερής κυκλοφορία πρέπει να εξυπηρετηθεί), ποιες οι επιπτώσεις στην εμπορική και τουριστική δραστηριότητα της περιοχής, λόγω περιορισμένης ή και αδύνατης προσπελασιμότητας, ποιες ρυθμίσεις θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την εξυπηρέτηση επισκεπτών με Ι.Χ. και πούλμαν προς τα καταλύματα της περιοχής για φορτοεκφόρτωση επιβατών κ.α.
Απαιτείται όραμα, στρατηγικός σχεδιασμός, ολοκληρωμένο αναπτυξιακό μοντέλο, έργα που να ανταποκρίνονται στις αναγκαιότητες και στις προτεραιότητες της πόλης, όπως αυτές καταγράφονται πλειοψηφικά από πολίτες και επαγγελματίες, και όχι όπως κρίνει ή έκρινε παλαιότερα η εκάστοτε δημοτική αρχή και οι τεχνικές της υπηρεσίες, για λόγους εφήμερου εντυπωσιασμού.
Η καινοτομία με κοινωνικό προσανατολισμό και η συμμετοχή των ίδιων των πολιτών στο σχεδιασμό έργων κρίνεται όχι μόνο εφικτή, αλλά πολιτικά και τεχνικά αναγκαία, ως βασική αρχή της δημοκρατίας στον τομέα των δημοσίων χώρων και υποδομών.
Επίσης, επιταχύνει τις διαδικασίες, εφόσον εξοικονομεί χρόνο από κοινωνικές, πολιτικές και δικαστικές αντιπαραθέσεις, βελτιστοποιεί το σχεδιασμό, εξοικονομεί πόρους και κάνει τους πολίτες συμμέτοχους σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες».