Είναι ευρέως γνωστό ότι η πίστη είναι μια από τις πολλές συναισθηματικές καταστάσεις που δημιουργούνται στο άτομο, έχοντας την ανάγκη διαφυγής από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ενίοτε στη ζωή του. Για εκατομμύρια ανθρώπους, η θρησκεία δίνει παρηγοριά και ανακούφιση όταν υπάρχουν πολυποίκιλα προβλήματα. Δεν είναι λίγα τα παραδείγματα ατόμων, που με τη βαθιά τους πίστη σε κάποια ανώτερη δύναμη, διαχειρίσθηκαν μια δυσμενή κατάσταση , αποτελεσματικότερα κι αμεσότερα.
Έχουν κατά καιρούς πραγματοποιηθεί διάφορες κοινωνικές έρευνες για το εάν και κατά πόσο η πίστη των ανθρώπων, επηρεάζει τόσο τη σωματική όσο και ψυχική υγεία αυτών. Αρκετές από αυτές έχουν δείξει ότι η θρησκευτική πίστη έχει ευεργετική επίδραση στη ψυχική υγεία, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη σωματική, ενώ υπάρχουν πολλοί που ισχυρίζονται ότι είτε μπορεί να λειτουργεί ως πλασέμπο (αυθυποβολή εικονικού φαρμάκου) είτε ότι μπορεί ακόμα και να εμποδίζει τη προσωπική ανάπτυξη, αφαιρώντας ανθρώπινη ελευθερία σκέψης και βούλησης. Όμως πριν απ’ οτιδήποτε άλλο, κρίνεται απαραίτητο να τονίσουμε δυο ουσιαστικά σημεία όσον αφορά την ανθρώπινη πίστη. Καταρχήν τι είναι πίστη!
Θα λέγαμε ότι πίστη, που τις περισσότερες φορές καταλήγει να γίνεται θρησκεία, είναι η βαθύτερη και πρωτόγνωρη ανάγκη των ανθρώπων, ύπαρξης μια ανώτερης θείας ή μη οντότητας, που μπορεί να παρέχει προστασία, ασφάλεια, αποδοχή, λύτρωση, δικαιοσύνη, ανακούφιση, καθώς και μια πληθώρα άλλων αισθημάτων στον άνθρωπο. Η πίστη, του ότι «κάτι» άλλο υπήρχε και θα υπάρχει πριν και μετά ημών, συνεισφέρει στην εξασφάλιση αρμονίας και ισορροπίας στις ανθρώπινες αγέλες και στην ικανοποίηση του «ανήκειν» κάπου, σε ένα γενικότερο σύνολο με κοινές αξίες.
Το δεύτερο σημείο είναι το ότι δεν υπάρχει η τουλάχιστον δε θα έπρεπε να υπάρχει μια και μοναδική, καθορισμένη πίστη ή θρησκεία, όπως επίσης ότι δεν σημαίνει απαραιτήτως πίστη σε κάποιο θείο στοιχείο, καθώς πίστη μπορεί να αποτελεί για κάποιον η ανθρώπινη δύναμη και μυαλό, η επιστήμη, η πατρίδα κοκ. Αυτό συμβαίνει γιατί από οποιαδήποτε πίστη το άτομο μπορεί να αντλεί δύναμη, ψυχικά και σωματικά κουράγια, να ανακαλύπτει κάποιο νόημα και τελικά να ακολουθεί ένα σκοπό ζωής.
Η προσευχή, ο διαλογισμός, η μελέτη κειμένων, η διαδικασία συγχώρεσης κ.α. αποτελούν τα μέσα αναζήτησης και επικοινωνίας, με τη δύναμη που ορίζει ο καθένας μας εναποθέτοντας προσδοκίες, σκέψεις θετικές και αρνητικές, συναισθήματα όπως θυμό, οργή, θλίψη, αγάπη, μίσος, εκλιπαρώντας για κάθαρση ψυχής. Έτσι λοιπόν και σύμφωνα με τα παραπάνω, είναι σημαντικό τόσο οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας όσο κι οι γιατροί, να δίνουν την πρέπουσα σημασία σε εκείνον τον ασθενή που έχει μια βαθιά θρησκευτικότητα, να στηρίζεται, να ενισχύεται ακόμα και να χρησιμοποιείται ως εργαλείο στα χέρια τους, για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της εκάστοτε ασθένειας.
Με απόλυτο σεβασμό απέναντι σε κάθε πίστη και καταρρίπτοντας οποιαδήποτε ταμπέλα όπως : άθεος, θρησκόληπτος, Θεό-φοβούμενος κοκ θα ήταν σπουδαίο να κοιτάμε στα μάτια τον άνθρωπο, να αποδεχόμαστε και αυτή του την πλευρά. Αυτό που θα έπρεπε τελικά να μας νοιάζει είναι το «μαλάκωμα» των συμπτωμάτων από μια ψυχική ή σωματική ασθένεια, και η τόνωση του ηθικού σε μια οποιαδήποτε δοκιμασία της ζωής.