Είναι γνωστή η παραίνεση του στωικού Ρωμαίου Αυτοκράτορα Τιβερίου (42 π.Χ. – 37 μ.Χ.) στον έπαρχο της Αιγύπτου που είχε κατηγορηθεί για φορολογική υπερβολή, «Είπαμε να τα κουρεύεις τα πρόβατα και όχι να τα ξυρίζεις».
Πόσο ευτυχής θα ήταν ο έπαρχος της Αιγύπτου εάν μπορούσε να μάθει ότι στην σημερινή Ελλάδα – τμήμα του Ιλλυρικού κατά την Ύστερη Αρχαιότητα – θα υπήρχε ένας κυβερνήτης με το όνομα Alexius Anaxiopistus Colotoubius Tsiprius, ο οποίος «όχι μόνο θα ξύριζε τα πρόβατα αλλά και θα τα έγδερνε ΣΥΡΙΖΑ».
Μάλιστα λόγω καλής φορολογικής διαγωγής η θητεία του θα ανανεώνονταν για έναν ενιαυτό.
Η φορολόγηση την ρωμαϊκή εποχή αλλά κυρίως την Ύστερη Αρχαιότητα (4-6 αιώνα μ.Χ.) έφερναν τα κύρια έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού και η συλλογή των φόρων ήταν κύριο καθήκον της διοίκησης. Στην τελική κατάρρευση του δυτικού τμήματος της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 476 μ.Χ., κύρια συμμετοχή είχε η βαρύτατη φορολόγηση. Αυτή δεν συνοδευόταν μόνο από την απάνθρωπη είσπραξη των φόρων αλλά και από μεγάλες εξαιρέσεις καταβολής αυτής και μη πληρωμή των οφειλόμενων φόρων από ειδικές ομάδες πολιτών. (Συγκλητικοί, γαιοκτήμονες κ.α.).
Η μεγάλη οικονομική κρίση τον 3ο αιώνα μ.Χ. (250 – 270 μ.Χ.) και η οικτρή διοικητική και οικονομική κατάσταση που είχε δημιουργηθεί, ανάγκασε τον Αυτοκράτορα Διοκλητιανό στο τέλος του 3ου αιώνα μ.Χ. να επιβάλει μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση, στην οικονομία, στο νόμισμα και αλλού. Η φορολογική μεταρρύθμιση ήταν ιδιαιτέρως σκληρή και μονολιθική και οδήγησε αργότερα το κράτος σε πτώχευση. Η παράλληλη νομισματική μεταρρύθμιση είχε κυρίαρχο στόχο την εξυπηρέτηση της διοίκησης και του στρατού και όχι των ρωμαίων πολιτών. Με το διάταγμα του Καρακάλλα το 212 μ.Χ. οι ελεύθεροι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας είχαν γίνει ρωμαίοι πολίτες. Η συνεχής υποτίμηση του νομίσματος είχε σαν αποτέλεσμα τον μη ελεγχόμενο πληθωρισμό, τον περιορισμό αγαθών και την εξαθλίωση των πτωχών.
Τον 4ο αιώνα μ.Χ. η φορολογία ήταν τόσο βαριά που εγκαταλείφθηκε η ύπαιθρος και οι αγρότες μετακινήθησαν στις πόλεις.
Καινούργια φορολογικά μέτρα προστίθονταν στα ήδη υπάρχοντα όπως φορολόγηση στα κεφάλαια των εμπόρων και όχι στα κέρδη. Οι φόροι καταβάλλονταν σε χρυσό. Μέτρο που αύξησε την τιμή του και προκάλεσε μεγάλη διαφθορά, λόγω της πώλησης αυτού από λίγους μόνο προνομιούχους. Οποιαδήποτε συναλλαγή γινόταν ενώπιον του φορολογικού υπαλλήλου με την καταβολή συμπληρωματικού φόρου +4%.
Ομοίως, σε χρυσό έπρεπε να καταβάλλονται τα ενοίκια των αυτοκρατορικών γαιών. Η διοικητική αναθεώρηση του Διοκλητιανού πολλαπλασίασε τα έξοδα του κράτους, νέοι φόροι επεβλήθησαν και αυξήθηκε η γραφειοκρατία. Από τον 4ο αιώνα λόγω αυτών των μέτρων έπαψε να υπάρχει μικρός αγροτικός κλήρος, οι μικροαγρότες εξαφανίσθησαν και ο κλήρος κατέληξε στα χέρια των λίγων οι οποίοι έλεγχαν τεράστιες εκτάσεις.
Οι φόροι καταβάλλονταν σε χρήμα και σε είδη, ανεξάρτητα αν ήσαν οι αγροί εγκαταλελειμμένοι και μη παραγωγικοί, χωρίς να υπάρχει σύνδεση φόρων και πραγματικής παραγωγικότητας.
Τον 5ο αιώνα μ.Χ. τα αποτελέσματα της δυσβάστακτης φορολόγησης είχαν απλωθεί σε όλο το δυτικό τμήμα. Ο κοινωνικός ιστός είχε διαρραγεί. Οι βαρβαρικές επιδρομές έδιναν το δικαίωμα επιλογής και απομάκρυνσης των απλών ανθρώπων από τη ρωμαϊκή πολιτεία.
Οι αγρότες, οι έμποροι και οι λίγοι που είχαν απομείνει από τη μεσαία τάξη άρχισαν να αποδέχονται την ύπαρξη των βαρβάρων για να ξεφύγουν από τη φορολόγηση. Κάτι που τελικά συνέβη το 476 μ.Χ. με την πτώση της Ρώμης και τη διάλυση του δυτικού τμήματος της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σε αντίθεση, το ανατολικό τμήμα της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζάντιο) ακολούθησε άλλη οικονομική πολιτική και επιβίωσε για περίπου 1000 χρόνια. Η πολιτική βασιζόταν όχι στη στυγνή φορολογία αλλά σε ορθό και μεθοδικό προγραμματισμό.
Η φορολόγηση του πληθυσμού της αυτοκρατορίας καθ’όλη τη διάρκεια αυτής ήταν τόσο βαριά, που πολλές φορές οι πολίτες δήλωναν αδυναμία καταβολής των φόρων. Έτσι αναφέρεται και έχει αποτυπωθεί στην πίσω πλευρά χάλκινου νομίσματος εποχής Αδριανού (117 – 138 μ.Χ.) η καύση των ληξιπρόθεσμων φορολογικών υποχρεώσεων πολιτών, οι οποίες ανέρχονταν συνολικά σε εννιακόσια εκατομμύρια (900.000.000) σηστέρσια.
Αυτά είναι μερικά από τα μέτρα φορολόγησης, θα μπορούσαν να αναφερθούν πάρα πολλά. Πολλά από αυτά τα μέτρα εντυπωσιακά εφαρμόζονται και σήμερα από τους κρατούντες στο Ελληνικό Κράτος και ιδιαίτερα από τη σημερινή κυβέρνηση.
Και τούτο δεν είναι τυχαίο.
Γενικά η Ύστερη Αρχαιότητα είναι μία ιστορική περίοδος η οποία περισσότερο από άλλες περιόδους παρουσιάζει πολλές αναλογίες με τη δική μας τη σημερινή. Και οι δύο εποχές διακρίνονται για τον έντονο παρεμβατισμό και έλεγχο της οικονομίας από το κράτος, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, με τη σημερινή κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Η παρέμβαση αυτού είναι καταφανής σε κάθε μορφή δραστηριότητας. Η εποχή της Ύστερης Αρχαιότητας ήταν μία εποχή μετασχηματισμού του κράτους και της κοινωνίας. Ο μετασχηματισμός αυτός όχι μόνο δεν έθιξε την θεωρητική επιφάνεια του παντοδύναμου κράτους αλλά το έκανε ακόμα μεγαλύτερο, περισσότερο γραφειοκρατικό και πιο δαπανηρό. Το κατέστησε αναποτελεσματικό και καλά οργανωμένο για τον πλήρη έλεγχο της κοινωνίας και της ζωής των πολιτών.
Ο έλεγχος ήταν απόλυτος και διαρκής.
Από το ίδιο το κράτος πήγαζαν όλες οι εξουσίες και καθόριζαν την εξέλιξη του πολίτη. Εξέλιξη η οποία εξαρτιόταν από τη σχέση του πολίτη με τον αυτοκρατορικό οίκο, τους τοπικούς άρχοντες και τους προστάτες του τόπου. Αποτελέσματα της εξάρτησης από την εξουσία ήταν η μεγάλη διαφθορά, οι συνεχείς εκβιασμοί και η απαλλαγή ισχυρών ομάδων από τις υποχρεώσεις τους. Η διαφθορά τροφοδοτούνταν από την οικονομική κρίση την οποία με τη σειρά της αύξανε και κατέβαλλε ακόμα την ελάχιστη αποτελεσματικότητα του τεράστιου και ανεπαρκούς κράτους, την παραγωγικότητα της γης και την ψυχική διάθεση των πολιτών. Είναι τόσο εντυπωσιακές οι ομοιότητες με τη σημερινή Ελλάδα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που πλέον είναι σίγουρο ότι σε αρκετά χρόνια, εάν συνεχίσουμε έτσι, οι ιστορικοί του μέλλοντος θα γράφουν τα ίδια πράγματα για τη δική μας εποχή, για τη δική μας χώρα, όπως εμείς αναφερόμεθα στο δυτικό τμήμα της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Ιστορικά έχει αποδειχθεί ότι σε εποχές παρακμής, όπως η σημερινή, όχι μόνο οικονομικής, οι κρατούντες την εξουσία κάθε περιόδου, έχουν τις ίδιες συνταγές προπαγάνδας και επιβολής της εξουσίας τους. Περισσότεροι σκληροί νόμοι, περισσότεροι περιορισμοί της ελευθερίας, λιγότερη Δημοκρατία, περισσότερη ασυδοσία και αυθαιρεσία, περισσότεροι φόροι. Η προπαγάνδα περισσότερο επιστημονική, η οποία πηγάζει και διατηρείται από την εξουσία και από τους πανηγυριστές της, όπου:
- το ψέμα εμφανίζεται ως αλήθεια,
- ο μύθος εμφανίζεται ως λόγος,
- η δημαγωγία εμφανίζεται ως παιδαγωγία,
- ο δόλος εμφανίζεται ως ανιδιοτέλεια,
- η αναξιοκρατία ως πρόοδος,
- η ανεπάρκεια ως ικανότητα,
- η αριστεία ως μειονέκτημα και
- ο λαϊκισμός ως πολιτική.
Στη σημερινή Ελλάδα, όλα αυτά μαζί αποτελούν υπόβαθρο και πολιτική για την κατάληψη και τη διατήρηση της εξουσίας, η οποία εξυπηρετεί κυρίαρχα και αποκλειστικά τους ίδιους τους σημερινούς κυβερνήτες και ποτέ τους πολίτες ή ακόμα και το ίδιο το κράτος, για το οποίο «θεωρητικά» αγωνίζονται.
Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου, Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π., Εντεταλμένος Σύμβουλος Πελοποννήσου