Όπως οι περισσότεροι, όταν ήμουν παιδί, η ερώτηση που έκανα συνέχεια στους γονείς μου, ήταν “γιατί;”.
“Γιατί ο ουρανός είναι μπλε;”
“Γιατί πρέπει να πάω τώρα για ύπνο;”
“Γιατί δεν μπορώ να φάω τρία παγωτά;”
“Γιατί, γιατί, γιατί;”
Όπως κάθε παιδί, χωρίς κανένα σημείο αναφοράς για τη ζωή, χωρίς προηγούμενες εμπειρίες, ο μόνος τρόπος που είχα για να ανακαλύψω τον κόσμο και να κατανοήσω πως λειτουργεί, άρα και να μάθω να ζω, ήταν να ρωτάω “γιατί”. Καθώς μεγάλωνα, διαμόρφωσα τις δικές μου εμπειρίες, τα δικά μου σημεία αναφοράς για τη ζωή και έμαθα πως λειτουργεί. Τα ερωτηματικά μου γι’ αυτήν άλλαξαν, έγιναν πιο βαθιά, πιο πολύπλοκα και ουσιαστικά, αλλά το “γιατί” έμεινε εκεί… κυρίως στις δύσκολες στιγμές.
“Γιατί με χώρισε;”
“Γιατί δεν πήρα προαγωγή;”
“Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά σε μένα;”
Έχοντας χάσει την παιδική μου αθωότητα, τα “γιατί” ένιωθα ότι δεν ήταν πια ένας τρόπος για να μάθω τον κόσμο, αλλά περισσότερο ένας τρόπος να βυθιστώ σε όσα με κρατούσαν πίσω, σε όσα δεν με άφηναν να προχωρήσω μπροστά.
Και δεν είναι ότι ως ενήλικες δεν μπορούμε να μάθουμε ρωτώντας “γιατί”, αλλά περισσότερο το ότι αυτή η ερώτηση έχει πια πάρει τέτοια μορφή μέσα μας, που περισσότερο μεταφράζεται ως η διάθεσή μας να παρουσιάσουμε τον εαυτό μας ως ‘θύμα’ των καταστάσεων, ένας τρόπος που μας βάζει να γυρίζουμε γύρω από τον εαυτό μας.
Καθώς μεγαλώνουμε και ωριμάζουμε, έχει μεγαλύτερο νόημα, αντί να επικεντρωνόμαστε στο “γιατί”, όταν ρωτάμε τον εαυτό μας, να εστιάζουμε στο “τι”.
Η δύναμη του “τι”
Φαντάσου ότι έχεις μια φωτογραφική μηχανή. Για χρόνια χρησιμοποιούσες ένα φακό που λεγόταν “γιατί”. Και τώρα αλλάζεις το φακό. Αυτό είναι το “τι”. Ένας νέος φακός για να δεις τον κόσμο. Και τότε νιώθεις να αποκτάς την τρομερή δύναμη να βλέπεις προς το μέλλον, παρά να σκέφτεσαι και να παραπονιέσαι για το παρελθόν – που έτσι κι αλλιώς έχει περάσει. Αντί λοιπόν να σκέφτεσαι “γιατί έχασα αυτή τη δουλειά;”, ρωτάς τον εαυτό σου “τι έμαθα όταν εργαζόμουν εκεί;” ή “τι μπορώ να κάνω για να κερδίσω και να κρατήσω την επόμενη δουλειά;”. Αντί να αναρωτιέσαι “γιατί με χώρισε αυτός;”, ρωτάς “τι έμαθα για μένα από αυτή τη σχέση;” ή “τι θα κάνω στην επόμενη σχέση μου για να κρατήσει περισσότερο;”.
Όταν άλλαξα το “γιατί” με το “τι” στις ερωτήσεις, αυτό που κατάλαβα είναι ότι έδωσα την επιλογή στον εαυτό μου να προχωρήσει. Αυτή η ερώτηση, το “τι” ήταν μια δύναμη που με έπρωχνε να κάνω κάτι…αντί να κάθομαι και να βασανίζω το μυαλό μου, ψάχνοντας τις αιτίες και τους λόγους για κάτι που συνέβη. Αν οδηγείς θα με καταλάβεις. Το “γιατί” ήταν σαν να οδηγούσα με το πόδι στο φρένο. Το “τι” ήταν αυτό που μου έδωσε την ελευθερία που δίνει το “γκάζι”…αυτή την επιτάχυνση που χρειαζόμουν.
Όταν ρωτάμε, “Τι σημαίνει αυτό;”, αντί για “Γιατί συνέβη αυτό;” βοηθάμε τον εαυτό μας να κάνει ένα βήμα προς τα εμπρός. Μερικές φορές αυτό το βήμα είναι μεγάλο. Μια αλλαγή σχέσης, η αλλαγή δουλειάς ή η απόφαση να τρέξουμε ένα μαραθώνιο ή να ανεβούμε ένα βουνό. Αλλά τις περισσότερες φορές αυτό το βήμα είναι μικρό, όπως το να πάρουμε τηλέφωνο κάποιον για να λύσουμε μια παρεξήγηση. Αυτό που είναι σημαντικό δεν είναι το πόσο μεγάλο ή μικρό είναι το βήμα. Είναι να συνεχίσουμε να περπατάμε μέχρι να βρούμε τη σωστή κατεύθυνση και το δρόμο που εμείς επιλέγουμε. Τη δική μας διαδρομή.
Είναι ανθρώπινο και απόλυτα φυσιολογικό να θέλεις να ρωτήσεις “γιατί”. Όσο κι αν ξέρω ότι το “γιατί” δεν θα με οδηγήσει στις απαντήσεις που θα με πάνε μπροστά, πιάνω τον εαυτό μου – όταν τα συναισθήματα γεννιούνται, εκεί στα δύσκολα – να ρωτάω “γιατί”. Οι συνέπειες φανερώνονται όταν αυτά τα “γιατί” μού στερούν πολύτιμο χρόνο από τη δράση και με κρατάνε πίσω…αιχμάλωτη μιας κατάστασης που ήδη πέρασε.
Όλα όσα ρωτάμε τον εαυτό μας αντικατοπτρίζουν τη στάση μας σε μια κατάσταση, σε ένα γεγονός. Καθορίζουν τη συμπεριφορά μας, τον τρόπο που εμείς παρουσιάζουμε την κατάσταση ή το γεγονός στον εαυτό μας και στους άλλους, τον τρόπο που εμείς ανταποκρινόμαστε σε όσα συμβαίνουν.
Τώρα σε προκαλώ να σκεφτείς. Πόσο συχνά μπορείς να καταλάβεις αν ένα άτομο έχει “κακή μέρα”, μόνο κοιτάζοντάς το; Χωρίς να του μιλήσεις; Μερικές φορές, αρκεί μια απλή φυσική αλλαγή για να σε οδηγήσει στην αλλαγή της ψυχολογίας σου.
Μπορεί να ακούγεται ανόητο, αλλά αν ξεκινήσεις να επικεντρώνεσαι στο “τι” και απομακρύνεις την προσοχή σου από το “γιατί”, είναι η επιλογή που κάνεις να πεις ΟΧΙ στην απαισιοδοξία και να ανοίξεις την πόρτα στην ελπίδα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πάντα θα σου αρέσουν οι απαντήσεις που θα παίρνεις στην ερώτηση “τι”. Ίσως να σημαίνει ότι προχωράς σε μία απόφαση που έως τώρα σου φαινόταν απίθανη, αδιανόητη (π.χ να αφήσεις μια δουλειά που σου παρέχει μεγάλη ασφάλεια, αλλά δεν σε ικανοποιεί, για να κάνεις αυτό που θέλεις – ή να διακόψεις μια φιλία που τελικά αποδεικνύεται τοξική, αντί να κολλάς στα συναισθηματικά πρότυπα που σου επέβαλαν να μη διακόπτεις τις φιλίες που είχες από παιδί). Αυτές οι δύσκολες απαντήσεις είναι που μας γυρίζουν στα “γιατί” που μας βολεύουν, μιας και το να σκαλίζεις το παρελθόν είναι σίγουρα πιο ανώδυνο από το να σχεδιάζεις και να χτίζεις το μέλλον.
Αν όμως κολλήσεις στα “γιατί”, πως θα βρεις αυτόν το δρόμο που τόσο πολύ θέλεις να περπατήσεις; Πως μπορείς να το πετύχεις αυτό;
Ξεκίνησε με κάτι απλό.
#liveyourwords tip: Αντί να ρωτήσεις τον εαυτό σου “Γιατί να το κάνω αυτό;”, ρώτησέ τον “Τι πρέπει να κάνω πρώτα;”
Πέντε καλοί λόγοι για να ρωτήσεις “τι”
1. Προοπτική: μπορείς να δεις έξω από αυτό που συμβαίνει και έξω από τον εαυτό σου!
2. ‘Ελεγχος: αποκτάς τη δυνατότητα να στηριχθείς μόνο στη δική σου δύναμη!
3.Ευκαιρία: να μάθεις κάτι πολύτιμο από τη ζωή!
4. Δύναμη: θα περπατήσεις νιώθοντας πιο δυνατός από πριν!
5. Ευγνωμοσύνη: έχοντας μάθει για σένα, έχοντας αποκτήσει μία ακόμη πολύτιμη εμπειρία που σου πρόσφερε η ζωή, έχοντας αποκτήσει τη δύναμη να επιλέξεις εσύ, πια, το δρόμο…μπορείς να νιώθεις τυχερός και να πεις ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ζωή!
Πηγή: clickatlife.gr