Εκδήλωση της Μαριέττας Γιαννάκου για τις συνέπειες της διαφθοράς

23.6.2014_Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά«Οικονομικό έγκλημα και διαφθορά συρρικνώνουν τη Δημοκρατία», ήταν ο τίτλος της εκδήλωσης που διοργάνωσε στην Αθήνα, η κα Μαριέττα Γιαννάκου, επικεφαλής των ευρωβουλευτών της ΝΔ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στην εκδήλωση προσκεκλημένος ομιλητής ήταν ο κ. Giovanni Kessler, γενικός διευθυντής της Ευρωπαϊκής Αρχής για την καταπολέμηση της απάτης (OLAF). Η OLAF είναι επιφορτισμένη με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη διερεύνηση της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας. Διερευνά ακόμη ζητήματα που άπτονται των δραστηριοτήτων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Η κ. Γιαννάκου στην παρουσίαση της υπογράμμισε τις συνέπειες της διαφθοράς στην Ελλάδα και τους τρόπους αποτελεσματικής αντιμετώπισής της. Ακολουθεί το κείμενο της ομιλίας της κ. Γιαννάκου:

«Η διαφθορά αποτελεί μία παθογένεια των πολιτικών συστημάτων διεθνώς, καθώς στρέφεται ευθέως εναντίον των λειτουργιών του κράτους, του υγιούς ανταγωνισμού στην οικονομία και της αξιοκρατίας στην κοινωνία. Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωβαρόμετρου τέσσερις στους πέντε Ευρωπαίοι θεωρούν τη διαφθορά σοβαρό πρόβλημα, ενώ θεωρούνται θεμιτές οι πρωτοβουλίες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) τις οποίες υποστήριξε πρόσφατα και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εκτιμάται ότι περίπου 120 δις ευρώ – το 1% του ΑΕΠ της ΕΕ – διοχετεύεται σε πράξεις διαφθοράς.

Στην Ευρώπη, στις βόρειες χώρες υπάρχει αντίληψη ότι η διαφθορά είναι φαινόμενο των νοτίων χωρών και ότι δήθεν δεν αγγίζει τα δικά τους δημοκρατικά συστήματα. Αυτό δεν αληθεύει, υπάρχουν όμως διαφοροποιήσεις ως προς το επίπεδο λειτουργίας του κράτους και την εμπλοκή των ενδιαφερομένων. Ίσως αυτό που χαρακτηρίζει περισσότερο τις νότιες ευρωπαϊκές χώρες είναι και το δίκτυο «μικροδιαφθοράς» που συνδέεται με τις πελατειακές σχέσεις που αναπτύσσονται τόσο λόγω των αντιλήψεων που κυριαρχούν, όσο και λόγω της καθυστέρησης της εφαρμογής της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και των συστημάτων ελέγχου σε σχέση με τις ευρωπαϊκές βόρειες χώρες.

Στη χώρα μας φαινόμενα διαφθοράς εμφανίστηκαν ήδη από τη συγκρότηση του κράτους με διαφορετικές μορφές, όπως με τη μη χρηστή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, τις πελατειακές σχέσεις και τα περιώνυμα ‘ρουσφέτια’, την προσαρμογή της νομοθεσίας στα ιδιωτικά συμφέροντα και τη λειτουργία κρατικοδίαιτων επιχειρήσεων.

Σήμερα, η συζήτηση για τη διαφθορά αναζητεί μεταξύ άλλων και τους λόγους για τους οποίους φθάσαμε στο υψηλότατο χρέος και την ύφεση. Όπως προκύπτει από τις διάφορες περιπτώσεις διαφθοράς που έχουν δημοσιοποιηθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ο πολιτικός κόσμος έχει σημαντικό μερίδιο ευθύνης είτε επειδή μία μικρή μειοψηφία πολιτικών ενεπλάκησαν άμεσα, είτε επειδή η μεγάλη πλειονότητα δεν επέδειξε την αποφασιστικότητα να χρησιμοποιήσει όλα τα θεσμικά μέσα, προκειμένου να απομονώσει τέτοιες καταστάσεις.

Η διαφθορά, όμως, δεν περιορίζεται στην πολιτική. Η θεωρούμενη ως μικροδιαφθορά, την οποία πολλοί θεωρούν αμελητέα, αποτελεί το εύφορο έδαφος για να ανθίσουν διάχυτα φαινόμενα που διατρέχουν όλο τον κορμό της κοινωνικής συγκρότησης. Όπως μας πληροφορούν διαδοχικές εκθέσεις του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, αλλά και τα στοιχεία του Συνηγόρου του Πολίτη, τμήματα της δημόσιας διοίκησης και των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης (π.χ. εφορίες, πολεοδομίες, φορείς των ΟΤΑ, νοσοκομεία και άλλα) αποτελούν σοβαρές εστίες διαφθοράς με συνέπειες για τη διαχείριση του δημόσιου χρήματος και την ποιότητα των υπηρεσιών προς τους πολίτες. Ακόμη και σε θεσμούς στους οποίους ο ιδιαίτερος αξιακός κώδικας θα έπρεπε να λειτουργεί αποτρεπτικά, όπως στα Πανεπιστήμια, την Εκκλησία και τη Δικαιοσύνη, δημοσιοποιούνται συχνά περιπτώσεις διαφθοράς.