Αυτή είναι η διατροφική αξία του σταφυλιού

17.8.2014_Αυτή είναι η διατροφική αξία του σταφυλιούΤο σταφύλι είναι το φρούτο που κάνει τελευταίο την εμφάνισή του στους καλοκαιρινούς πάγκους των λαϊκών αγορών.
Η υψηλή περιεκτικότητά του σε νερό μας προσφέρει ενυδάτωση, ενώ παράλληλα το σταφύλι μας παρέχει πολύτιμα θρεπτικά συστατικά χωρίς να μας «φορτώνει» με πολλές θερμίδες. Μια μερίδα σταφυλιού, περίπου 15-20 ρώγες, αποδίδει γύρω στις 70 θερμίδες, όσο δηλαδή ένα μέτριο νεκταρίνι ή ροδάκινο.
Με λίγα λόγια, το σταφύλι δεν «παχαίνει» και μπορεί να καταλαμβάνει τη θέση του φρούτου σε μια δίαιτα, αρκεί να μην υπερκαταναλώνεται, κάτι το οποίο ισχύει για όλα τα τρόφιμα.
Από την άλλη, η γλυκιά του γεύση, η οποία ευθύνεται για το λανθασμένο χαρακτηρισμό του ως «παχυντικό», μπορεί να ικανοποιήσει την επιθυμία για κάτι γλυκό σε όσους κάνουν δίαιτα ή προσέχουν τη διατροφή τους, ενώ μετά από λίγες ώρες στην κατάψυξη μπορεί να μετατραπεί σε δροσιστικές μπουκιές παγωτού!
Το σταφύλι περιέχει, μεταξύ άλλων, φυτικές ίνες που συμβάλλουν στην καλή λειτουργία του εντέρου, βιταμίνη C που ενισχύει την άμυνα του οργανισμού και βιταμίνη Α, η οποία είναι απαραίτητη για τη φυσιολογική λειτουργία των ματιών και την πρόληψη διαταραχών της όρασης. Επιπλέον, αποτελεί πλούσια πηγή καλίου, που βοηθά στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, ενώ περιέχει και βιταμίνες του συμπλέγματος Β.
Από τα πλέον «διάσημα» ευεργετικά συστατικά του σταφυλιού είναι οι αντιοξειδωτικές του ουσίες, με κυριότερο εκπρόσωπο τη ρεσβερατρόλη.
Πρόκειται για μια ένωση που ανήκει στην κατηγορία των πολυφαινολών και βρίσκεται σε υψηλή συγκέντρωση στη φλούδα των σταφυλιών και ιδιαίτερα στις κόκκινες ποικιλίες.
Επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι η ρεσβερατρόλη είναι ισχυρό αντιοξειδωτικό και πιθανόν να έχει αντιφλεγμονώδη, καρδιοπροστατευτική, αντικαρκινική και αντιγηραντική δράση.
Τέλος, το σταφύλι περιέχει και άλλες φαινολικές ενώσεις, όπως η κερκετίνη, οι οποίες ασκούν προστατευτική δράση έναντι των ελευθέρων ριζών, μειώνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων και καρκίνου.

 

Πηγή: madata.gr